Δευτέρα 21 Απριλίου 2014

Ο θρήνος του πατέρα


               Υπήρξε η ¨χρυσή πένα¨ της δημοσιογραφίας του20ου αιώνα . Για τον Παύλο Παλαιολόγο (1895-1984) ο λόγος . Η πάνω από 50 χρόνια δημοσιογραφική του πορεία , ήταν για όσους τον γνώρισαν από κοντά ένα ¨σχολείο¨ παροχής γνώσεων , ήθους και ύφους . Για τους νέους , που επιθυμούσαν να ακολουθήσουν το δημοσιογραφικό επάγγελμα το κάθε γραπτό του και ένα ¨μάθημα¨ για Σεμινάρια δημοσιογραφίας .

              Γεννημένος στη Κωνσταντινούπολη ήρθε 20 χρονών στην Αθήνα και ξεκίνησε να εργάζεται στην εφημερίδα ¨ Ακρόπολις ¨ του Βλάση Γαβριηλίδη .

             Πέρασε δύσκολους καιρούς ο Παύλος , γνώρισε και ¨καλές μέρες ¨ στα χρόνια της καριέρας του . Ο Αθηναίος δημοσιογράφος Βίκτωρ Νέτας στο βιβλίο του με τίτλο ¨ Ο νοσταλγός της πόλης ¨ κάνει ένα γραπτό αφιέρωμα της διαδρομής του Παλαιολογου μέσα στο χρόνο που έζησε . Συγκλονιστικό το κεφάλαιο της απώλειας του γιου του :

      ¨... Επιφύλαξε η μοίρα στον Παύλο Παλαιολόγο μια σκληρή δοκιμασία , την σκληρότερη για τον γονιό , που είναι ο χαμός του παιδιού του . O μονάκριβος γιος του Δημήτρης ¨ έφυγε ¨ στα 48 του χρόνια , τον Ιανουάριο του 1973 απροσδόκητα από ένα έμφραγμα , αφήνοντας πίσω του γονείς , σύζυγο και μια κόρη . Αβάσταχτος ο πόνος του πατέρα . Συντετριμμένος πήγε στη κηδεία και μετά κλείστηκε στο σπίτι του στην ¨Πλατεία Προσκόπων¨ . Σταμάτησε να γράφει και δεν κατέβαινε στην εφημερίδα .

             Ήμαστε γείτονες . Πήγα στην κηδεία , αλλά τις επόμενες μέρες δεν πήγα στο σπίτι του , υποθέτοντας ότι θα έχει πολλές επισκέψεις . Κάποια στιγμή του τηλεφώνησα . Μου είπε με παράπονο: ¨ Που είσαι , φίλε μου ; Σε έχασα ¨ . Δικαιολόγησα την απουσία μου : ¨ Θα έχεις πολλές επισκέψεις και γι αυτό δεν ήθελα να σε ενοχλήσω ¨ . Μου απάντησε : ¨Δεν έρχεται κανένας . Είμαι μόνος ¨.

Του είπα : ¨ Έρχομαι να σε πάρω να πάμε μια βόλτα στο Ζάππειο , να καπνίσουμε ένα τσιγάρο ¨. Έτσι βγήκε από το σπίτι . Την επομένη πήγαμε μαζί στην εφημερίδα . Εκεί έγραψε ένα σπαραχτικό χρονογράφημα , που δημοσιεύθηκε στις 25 Ιανουαρίου 1973 με τίτλο ¨Καλή σου νύχτα ¨ .

            ¨Δένω τη θλίψη με τη σιωπή και την καρδιά με ατσάλι ¨ . Κηδεύει στην ¨Άνυδρη Γη ¨ η Λιλή Ιακωβίδη την κόρη της . Χωρίς αλυσίδες εμείς , μάνα και πατέρας , για νά αλυσοδέσουμε τη θλίψη μας , αφηνόμαστε σε θρήνο επιτάφιο και , φως των οφθαλμών μας . ¨Θολώνουνε τα μάτια μας το φως σου αναζητώντας ¨.

             Εκατοντάδες νεκροί έχουν περάσει από αυτή τη στήλη . Μην αρνηθείτε το δικαίωμα του σπαραγμού σ’έναν πατέρα τη στιγμή αυτή , που προπέμπει το γιο του .

             Μας έφυγε στα σαρανταοκτώ του χρόνια . Καταβολή του πατέρα , κέντημα της μητέρας , καμάρι των δυο μας .

             Το μόνο μου έργο . Το μόνο που άξιζε τη μακροβιότητα . Έργο χωρίς ψεγάδι . Ψιχούλιασμα ψυχής και σκέψεως όλη η επαγγελματική μου παραγωγή . Μυριάδες κόκκοι άμμου σκορπισμένοι σ’ένα χάρτινο ωκεανό . Και κάθε πρωί το κύμα σαρώνει τα ψίχουλα της προηγούμενης μέρας . Τώρα το κύμα σάρωσε κι Αυτόν που υπήρξε το άπαντό μου , τήβεννος ακαδημαϊκή , Νόμπελ , φύλλα δάφνης , στο πέτο του πατέρα . Να τον άφηνε όσο ο κύκλος μιας μεστής ζωής , να μας τον άφηνε όσο τουλάχιστον παρατείνεται ο επίγειος βίος των γεννητόρων του ...

             Το όνειρο που θώπευα όταν , σε ώρες ρεμβασμών , σκηνοθετούσα τη στιγμή του απόπλου : Ο γιος κολόνα εμπρός στον οριζοντιωμένο πατέρα . Με τα μαύρα του γυαλιά για να μην φαίνονται τα υγρά του μάτια . Κορυφαίος της νεκρικής πομπής . Στο μπράτσο του η μάνα , από κοντά η γυναίκα του , η κόρη του , οι λοιποί συγγενείς , που θα παράστεκαν τον ταξιδιώτη .

            Ήταν τόσο μεγάλη η φιλοδοξία , για να μου την κλαδέψουν οι ουρανοί ; Βιάστηκε να μας προλάβει κι αντί να του ετοιμάσουμε εμείς το κρεβάτι , αυτός τώρα στρώνει την κλίνη μας .

            Η μόνη κακή του πράξη . Δεν βρίσκω άλλην στα πεπραγμένα του . Αν πιστεύετε – και πρέπει να το πιστεύετε – ότι με λευκά τα χέρια περνά ο πατέρας απ’ τη ζωή , πιστέψτε και τούτο : ότι υπάρχει από το λευκό το λευκότερο . ¨ Πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι ¨. Πιο άσπρος από το χιόνι . Πολλές οι αδυναμίες του πατέρα . Άσπιλος ο γιος . Εκτός αν πήτε αδυναμίᨴοτι πολύ ηγάπησε¨ .

            Πικρή του ήταν η ζωή . Κάποτε όμως εσήμανε και η ώρα του χαμόγελου . Μια σύζυγος που τον εθέρμαινε , η κόρη που σκιρτούσε γύρω του , συγγενείς , φίλοι και συνάδελφοι που τον έσφιγγαν με την αγάπη τους . Κι εμείς , οι γέροι του , που προσμέναμε το δειλινό να χτυπήσει η πόρτα μας και να φωτίσει με την παρουσία του το σπίτι .

             Αλλά να που μέσα σ’ένα μόριο στιγμής , ο φωτοδότης έγινε σκοτάδι ο ίδιος . Έσβησε η γελαστή αρετή , η χωρίς συνοφρύωση εντιμότητα , η χωρίς μορφασμούς πίκρα .

             Αγαπήθηκε και τιμήθηκε . Είχα πάει να τον επισκεφθώ στη Ρόδο , όπου ένα διάστημα υπηρετούσε . Κι εκεί ένιωσα τη μεγαλύτερη χαρά της ζωής μου : Δεν ήταν ο πατέρας που ανέβαζε τις μετοχές του γιου . Στον πατέρα του γιου απένειμαν τιμές οι συνάδελφοι και φίλοι του .

              Πολύ αγαπηθήκαμε , αλλά και πολύ κρύψαμε τηναγάπη μας.  Σαν να ήταν καμμιά επαίσχυντη εκδήλωση . Δεν άκουσε το ¨σ’αγαπώ αγόρι μου¨ . Δεν άκουσα το ¨ σ’αγαπώ , πατέρα ¨. Και να λατρευόμαστε και να τρέμουμε ο ένας για τον άλλον . Το ίδιο και με τον δικό μου πατέρα . Κι ας με λάτρεψε , κι ας τον λάτρεψα . ¨Γιατί , Θεέ μου , αυτό το κούμπωμα , γιατί η κλειστή αγάπη ;¨  αναρωτιόταν ο Αθηναγόρας , κι απλώνοντας τα χέρια του σε εναγκαλισμό , καλούσε τους κλειστούς να κυτταχτούν στα μάτια , να λασκάρουν

Τους κορσέδες τους , να ξεκουμπωθούνε .

              Πρέπει τώρα να σ’αφήσω , Δημήτρη . Ακόμα και για σένα τα όρια της στήλης είναι περιωρισμένα . Επαγγελματίας όμως πομπός ειδήσεων ο πατέρας σου , πριν σε καληνυχτίσει , θέλει να σου μεταδώσει από τον επάνω κόσμο το τελευταίο δελτίο ειδήσεων : Η γυναίκα σου , που ήταν κόρη μας , έγινε τώρα και γιος μας . Το παιδί σου έγινε δυο φορές παιδί μας . Και να ξέρεις και να κοιμάσαι ήσυχος αγόρι μου . Καλή σου νύχτα ...¨ .

 

              Β.Π. –Βόλος 14-4-2014 . 

 

                                                                 

 

       

Δεν υπάρχουν σχόλια: