Κυριακή 5 Σεπτεμβρίου 2010

Τα άνθη της φυλής

Ο Αδαμάντιος Κοραής κάπου λέει, ότι οι νέοι είναι τα άνθη της φυλής, αλλά όπως τα άνθη υπόσχονται πλούσια καρποφορία, έτσι κι αυτοί δεν πρέπει να μείνουν απλά καλλωπιστικά στοιχεία. Χρέος τους είναι να δώσουν άφθονους και γλυκούς καρπούς. Για να γίνει αυτό όμως, πρέπει οι νέοι από παιδιά να συνειδητοποιήσουν τις ευθύνες και τα καθήκοντά τους.

Το πρώτο καθήκον του παιδιού είναι να μάθει ότι έχει καθήκοντα και υποχρεώσεις. Όχι μόνο δικαιώματα. Οι άλλοι δεν γεννήθηκαν για να το υπηρετούν, όπως δυστυχώς πιστεύουν μερικά κακομαθημένα παιδιά. Έτσι θα διαμορφώσει από νωρίς έναν υπεύθυνο και σωστό χαραχτήρα.

Βέβαια η πιο πολύτιμη υπηρεσία που έχει να προσφέρει ένα παιδί στον τόπο του, είναι να γίνει ένας καλός πολίτης. Καλός πολίτης σημαινει σωστός άνθρωπος, κι αυτό με τη σειρά του προϋποθέτει μια σκληρή εργασία. Να καταρτιστεί όσο το δυνατόν καλύτερα για το στάδιο που προορίζει τον εαυτό του. Θέλει να μάθει γράμματα ; Γράμματα. Να κολλήσει το παντελόνι του στην καρέκλα. Θέλει να μάθει τέχνη. Να τη μάθει καλά. Καμιά δουλειά δεν είαι ντροπή. Ντροπή είναι οι μισοδουλειές και οι προχειρότητες. Σ’όποιον τομέα και να στραφεί όμως, πρέπει συνέχεια να προικίζει το πνεύμα του με γνώσεις. Να πλουτίζει την πείρα του. Η ψυχή του πρέπει να γίνει σφουγγάρι που θα ρουφάει το κάθετί που ακούει, βλέπει ή διαβάζει.

Έτσι όταν πια μεστώσει και βγει στη βιοπάλη θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στα πολλαπλά ατομικά και κοινωνικά του καθήκοντα. Η μόρφωση και η καλλιέργεια είναι η καλύτερη προετοιμασία, η καλύτερη προπόνηση για το μεγάλο ¨ματς¨ της βιοπάλης.

¨Όταν μόρφωση και καλλιέργεια δεν εννοούμε μόνο την πνευματική, εννοούμε και την ηθική. Καθήκον του παιδιού είναι να επιδιώκει τη διάπλαση ενός τίμιου, ειλικρινή, φιλότιμου και υπερήφανου χαραχτήρα. Με τέτοια προσωπικότητα ο νέος δεν θα ξεπέσει σε ταπεινές επιδιώξεις, θα θέλει να είναι και όχι να φαίνεται καλός. Δεν θα καταδέχεται μια δουλειά δική του να την κάνουν οι άλλοι κι ούτε θ’ανέχεται την προσβολή του ονόματός του. Κατά κύριο λόγο θ’αποφεύγει την αδικία, όχι τόσο από τον φόβο της τιμωρίας, όσο από μια βαθιά συναίσθηση τιμής. Ένας πραγματικός τίμιος άνθρωπος δεν αδικεί, έστω κι αν κρατάει το μαγικό δακτυλίδι του Γύγη, που έκανε αόρατον αυτόν που το φορούσε.

Φυσικά μέσα στα πρώτα καθήκοντα του παιδιού είναι η αγάπη προς την πατρίδα. Αλλά η αγάπη προς την πατρίδα αρχίζει από την οικογένεια, έλεγε ένας Άγγλος φιλόσοφος. Καθήκον του παιδιού είναι ν’αγαπάει και να σέβεται τους γονείς του. Και η αγάπη αυτή πρέπει να είναι ειλικρινής και όχι υποκριτική. Να βγαίνει μέσα από τα πραγματικά συναισθήματα του παιδιού. Ακόμη και στην περίπτωση που οι γονείς δεν είναι άξιοι της αγάπης αυτής, το παιδί πρέπει να τους αντιμετωπίζει μ’ένα συγκρατημένο σεβασμό, που σε τελευταία ανάλυση είναι σεβασμός προς τον εαυτό του. Θα θέλαμε ακόμα να προσθέσουμε ότι ανάμεσα στα πρώτα καθήκοντα του παιδιού είναι και η φροντίδα για το σώμα του. Ν’αγαπήσει την Άθληση, για ν’αποκτήσει εύρωστο και υγιές σώμα, που θα’ναι το κατάλληλο σπίτι για να κατοικήσει μια γερή ψυχή, σύμφωνα με το ιδανικό του ¨νους υγιής εν σώματι υγιεί¨ των αρχαίων. Τα γερά σώματα, που κατευθύνονται από γερές ψυχές δεν παρασύρονται εύκολα από τις σειρήνες της διαφθοράς, που μαγεύουν πολλά παιδιά της εποχής μας και τα σπρώχνουν στην καταστροφή.

Μακριά, λοιπόν, από τη διαφθορά, τις κακές παρέες και τις κακές συνήθειες. Αυτά είναι τα βασικά καθήκοντα, για να γίνουν αύριο τα παιδιά σωστοί πολίτες. Μα ίσως θα έπρεπε να πούμε πως το πιο βασικό καθήκον τους είναι να μείνουν πάντα παιδιά. Να κρατήσουν την αγνότητα, τον αυθορμητισμό και τον ενθουσιασμό των παιδικών τους χρόνων. Να μη γεράσουν πριν από την ώρα τους. Αλλά κι αν γεράσουν από τα χρόνια, να κρατούν μες στα στήθη τους μια καρδιά που θα δονείται από νεανικούς παλμούς.

Όλα κύριε Νίκο είναι εδώ …

Ήταν σημαντικός Έλληνας ο Νίκος Γκάτσος (1911-1992) . Ποιητής, συγγραφέας-μεταφραστής, στιχουργός. Άφησε τεράστιο έργο. Μαζί με τον συνθέτη Μάνο Χατζηδάκι έγραψαν μουσικά αριστουργήματα.

Για τον Nίκο Γκάτσο ο συνθέτης και στιχουργός Γιώργος Ανδρέου έγραψε ένα τραγούδι με τίτλο ¨ Γράμμα στον κύριο Γκάτσο ερμηνεύτρια η Τάνια Τσανακλίδου. Ένα όμορφο τραγούδι αριστούργημα, που μας ταξίδεψε σε ό,τι αγαπάμε και σε ό,τι μας πληγώνει. Η ομορφιά αυτού του τραγουδιού πονά, όπως η ίδια η ζωή.
Ας το απολαύσουμε :

¨Το σπασμένο βιολί του κόσμου ακόμα ουρλιάζει .
Στα σπαρμένα χωράφια η μέρα χαράζει.
Φαντάροι χορεύουν τις νύχτες σε άδειες ταβέρνες.
Δελφίνια στο πέλαγο μόνα, νεράκι στις στέρνες.
Νησιά ταξιδεύουν στον ήλιο, κανείς δεν μιλάει,
την άνοιξη όλοι προσμένουν ,
κι αυτή προσπερνάει.
Όλα κύριε Νίκο είναι εδώ,
όπως τα άφησες εσύ κι όπως τα ξέρεις,
από της λύπης τον καιρό,
κι όταν γυρίσεις και σε δω,
μέσα στη στάμνα τη χρυσή νερό να φέρεις,
της λησμονιάς πικρό νερό.
Το πιστό σκυλί της Ιθάκης στα πόδια σου κλαίει,
και η καλή, παλιά Περσεφόνη τραγούδια σου λέει.
Η φωτιά πληγή που σε καίει, δε λέει να γιάνει,
το πικρό όνειρο φταίει του αδελφού Μακρυγιάννη.
Πόσο ακόμα ραγιάδες η Κρήτη και η Μάνη,
Σκοτεινές μαυροφόρες μανάδες στου Οδυσσέα το Χάνι ¨ .

Ξύπνησαν φυγάδες

Κατάμεστη η αίθουσα του ¨Μεταξουργείου¨, την Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2009, όπου έγινε η παρουσίαση του βιβλίου : ¨ Νέα Ιωνία Μαγνησίας, Προσφύγων Πόλις ¨. Μια ακόμη επιτυχημένη έκδοση της ¨Πολιτιστικής Εστίας Μικρασιατών Νέας Ιωνίας Μαγνησίας ¨.

Μέσα στις τριακόσιες σελίδες του βιβλίου παρουσιάζεται ένα πλούσιο φωτογραφικό υλικό, άρτια ταξινομημένο και καταγραμμένο από τη ζωή των Ελλήνων της Μικράς Ασίας που μετά την καταστροφή του 1922, εγκαταστάθηκαν στο Βόλο.

Δεν θα κάνω κριτική στο βιβλίο. Σαν απόγονος της τρίτης γενιάς προσφύγων, αφιερώνω στην ιερή μνήμη αυτών που χάθηκαν, κατά την καταστροφή, δύο αποσπάσματα από βιβλία της συγγραφέας Διδώς Σωτηρίου :

¨Η είδηση φτερούγισε από σπίτι σε σπίτι, από χωράφι σε χωράφι. Έφτασε ο ελληνικός στρατός ! Ήταν η 2 Μαΐου 1919. Οι άνθρωποι παρατούσαν τις δουλειές , στεκότανε λίγο, το λέγανε μέσα τους συλλαβιστά να το χωρέσει ο νους. Κι ύστερα το φωνάζανε και δυνατά και τρέχανε να το πούνε και στους άλλους . Κάνανε το σταυρό τους και αγκαλιαζόντανε και κλαίγανε.
Το χωριό γέμισε σημαίες μεγάλες και μικρές, που τις ράψανε οι γυναίκες τους τελευταίους μήνες ...

¨Ματωμένα χώματα¨, Διδώ Σωτηρίου .
¨Πρόσφυγες. Που ν’ακουμπήσουν οι πρόσφυγες ; Τι να σκεφτούν ; Τι να ξεχάσουν ; Τι να πράξουν ; Που να δουλέψουν ; Πως να ζήσουν ;

Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα δέντρα και στα χωράφια. Το φαΐ στη φουφού. Και βάλθηκαν να τρέχουν, να φεύγουν κυνηγημένοι από το Τούρκικο μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου.

Βαπόρια φτάναν το ένα πίσω από το άλλο και ξεφόρτωναν κόσμο. Έναν κόσμο ξεκουρντισμένο, αλλόκοτο, άρρωστο, συφοριασμένο. Έπηζαν οι δρόμοι, το λιμάνι, οι εκκλησιές, τα σχολεία, οι δημόσιοι χώροι. Ψάχναν τον αίτιο, αναθεμάτιζαν τον ουρανό, τη γη, τον Κεμάλ, τον Βενιζέλο, τον Κωνσταντίνο, την Αντάντ , τον πόλεμο. Μα πάνω απ’ όλα το Άγγλο, που έκανε αυτοκρατορική πολιτική με το αίμα και τη δυστυχία ενός λαού.

Κοιμήθηκαν αποβραδίς, νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν φυγάδες, άστεγοι, άποροι, ζητιάνοι στα λιμάνια του Πειραιά, της Σαλονίκης, της Καβάλας, του Βόλου, της Πάτρας.

Οι ξυπόλητοι πρόσφυγες φόρεσαν παπούτσια καμωμένα από λάστιχα αυτοκινήτων και ντύθηκαν με σάκους από αλεύρι.

Γυναίκες που είχαν γνωρίσει μια άνετη ζωή, φύλαγαν στην ουρά, για ένα κομμάτι ψωμί … ¨
¨Οι νέοι περιμένουν¨, Διδώ Σωτηρίου
Κλείνω με τα λόγια της προέδρου των ΙΩΝΩΝ κ. Άννας Αΐβαζόγλου, από τον χαρετισμό της έκδοσης του βιβλίου :

¨Για όλους εμάς ήταν μια σπάνια εμπειρία, ένα ωραίο ταξίδι με στόχο την Ιθάκη, την πολύτιμη αυτή έκδοση-αφιέρωμα στη Νέα Ιωνία της καρδιάς μας ¨ .

Ρομαντικοί καιροί

Ο Στέφανος Δραγούμης (1842-1923), υπήρξε μία πολιτική προσωπικότητα μεγάλου βεληνεκούς. Μετά τις σπουδές του στη Νομική της Αθήνας, εισήλθε στο δικαστικό σώμα φθάσας μέχρι τον βαθμό του εφέτη. Αποχωρήσας του δικαστικού σώματος, ασχολήθηκε με την πολιτική. Στενός συνεργάτης του Χαριλάου Τρικούπη, διετέλεσε βουλευτής και υπουργός Εξωτερικών, για να γίνει Πρωθυπουργός, για λίγους μήνες, κατά την κρίσιμη περίοδο (1909-1910) .

Στο παρόν σημείωμα θα αναφερθώ σε ένα περιστατικό από την ιδιωτική ζωή του Δραγούμη, όπως το έγραψαν οι εφημερίδες μετά τον θάνατό του :

¨Κατά τον πρώτον διορισμόν του ως πρωτοδίκης διορίστηκε στην Πάτρα. Στην ίδια πόλη υπηρετούσε ως ανώτερος διοικητικός υπάλληλος και ο Μπαρήτς, ο οποίος είχε μίαν και μόνην κόρην, την Κασσιανήν, εκτάκτου καλλονής και έναν γιο τον Δημήτριο. Ο Στέφανος Δραγούμης εσχετίσθη με την οικογένειαν και αγάπησε την κόρην. Της πρόσφερε δε τότε , διαρκούντος του ειδυλλίου, μία μαρμάρινην πλάκα, επί της οποίας ήταν χαραγμένοι οι κάτωθι στίχοι του αποτελούντες σε ακροστιχίδα το όνομά της :


Κάλλος , φρόνησιν και χάριν, ως η θέμις το απήτη
Αι τρεις χάριτες, αι μούσαι και η θεία Αφροδίτη
Σοι εδώρησαν ως δώρον , άδολος καρδία πάσα
Σου θηριεύει την φιλίαν , εις την γην μας καταβάσα
Ιατρεύεις , αν θελήσεις, πάσαν θλίψιν, πάντα πόνον
Ανατρέπεις δ’ή εγείρεις μ’εν σου βλέμμα πάντα θρόνον
Νύξιν εις τους πάντας δίνει να θαυμάζωσιν τον κτίστην
Η πολλή σου ευφυία , όντως σ’έπλασεν αρίστη ¨.

Η περικαλλής αυτή κόρη απεβίωσε το έτος 1922, σε μεγάλη ηλικία στον Πόρο. Ο φαρμακοποιός του Πόρου Φ. Καμπιώτης μετά του οποίου συνδέονταν η Κασσιανή , ζήτησε μετά τον θάνατόν της να εύρει εις την οικίαν της την περίφημη μαρμάρινη πλάκα με την ακροστιχίδα του Δραγούμη. Η Κασσιανή του είχε μιλήσει γι αυτή και το ειδύλλιό της.

Δεν την βρήκε, παρά τις έρευνές του, διότι ελλείψει κληρονόμων, τα έπιπλα της Κασσιανής διηρπάγησαν υπό των γειτόνων.

ΤΑ ΧΑΝΙΑ ΤΗΣ ΝΙΟΤΗΣ

Γράψε μας κάτι για τα Χάνια, μου είπαν οι καλοί φίλοι μου Οδυσσέας Φαφίτης και Αντώνης Πούλιος, πελέκα μας μια σημείωση για τον «ΠΑΝΑ» .

Το θέλεις, δεν το θέλεις, πως όμως ν’αρνηθείς ένα τόσο θερμό κάλεσμα, όταν προέρχεται από φίλους. Δεν είναι μόνο οι φίλοι, είναι κι ο τόπος, ο τόπος της νιότης , τα πανέμορφα Χάνια, που γνώρισα στα χρόνια της αφροντισιάς, τότες που όλα ήταν έμορφα, γελούμενα, ζωηρόχρωμα. Χάνια και Πάνας , δυο λέξεις αξιαγάπητες , που με σελαλίζουν στα χρόνια της ανεμελιάς και που με ταξιδεύουν
σ’αλαργινούς καιρούς.

Γνώρισα τα Χάνια , την εποχή που έγιναν τα εγκαίνια του ξενώνα, καλοκαίρι του 63, όταν πέρασα κάμποσες μέρες εκεί, τον μήνα Αύγουστο. Η μοναξιά, ο πράσινος τόπος, τα μονοπάτια με τις βατομουριές, η κυρα-Θεοπούλα, οΜπάρπα-Γιάννης, η Κατίνα, ο Αντώνης Πούλιος, οι βραδιές και οι μέρες, ο Αποστόλης ο Πασσιάς, η κ. Λένα, ο ¨Παράδεισος¨, οι περίπατοι, ο ¨Λούκουλος¨, το χάνι του Ζήση, ο χαμήλος τόπος, η βαθύσκιωτη γη, που την έζωναν από παντού τα κανάλια των παγωμένων νερών. Ο Δημήτρης ο Γατζός στον Πηλέα, το κόκκινο Αιγαίο, ο δρόμος, που φιδοσέρνεται, η Ζαγορά η χαμένη κι απόκρυφη. Όλα ήταν
τόσο φανταχτερά, τόσο μαγευτικά, τόσο απολαυστικά για τα χρόνια εκείνα, τα γεμάτα νιάτα και όνειρο.

Θυμάμαι τα εγκαίνια ύστερα, 13 χρόνια απ’ τον Οκτώβρη του 63. Την προσλαλιά του προέδρου του ¨Πανός¨ προς τους παρεβρισκομένους, το δεσπότη.Θ. Κλαψόπουλο, που έκοψε την ταινία της εισόδου στον ξενώνα, τους εκπροσώπους του αθηναϊκού τύπου, τον συγγραφέα Χρήστο Λεβάντα, τους πολλούςπολλούς επισκέπτες. Κρατώ στα χέρια μου το περιοδικό ¨ΠΑΝ¨ της εποχής , κοιτάζω τη φωτογραφία του, που είναι τραβηγμένη μπροστά στον ξενώνα, το
ωραιότατο κτίριο, τις πολλές γνωστές φυσιογνωμίες, παλιούς φίλους, που πολλοί
έφυγαν πια. Ο τόπος, οι πέτρες, το δάσος πίσω. Τα μονοπάτια, που διαβήκαμε σε
ανυποψίαστες ώρες της νιότης, που νιώσαμε την καρδιά μας να κελαϊδάει τα δοξαστικά της ωραίας ηλικίας, τον καιρό, που όλα ήταν αλλιώς κι αλλιώτικα έμελλε να τραβήξουν.

Νοσταλγώ τα Χάνια της νιότης, για όλα εκέίνα που γνώρισα εκεί, για όλα εκείνα που συζήτησα εκεί, με καλούς και αλησμόνητους φίλους. Τα πρωινά τα ξαφνιασμένα μέσα στις νεροσυρμές, τα μεσημεριάτικα σταλίσματα στον ¨Παράδεισο¨, τους εσπερινούς περιπάτους, πέρα-πέρα. Είναι κάτι, που θέλω να το ξαναζήσω. Να το ξαναζήσω με τα μάτια εκείνης της ώρας, τις αισθήσεις της ηλικίας, τη δίψα της μάθησης και της γνώσης . Να ξαναμιλήσω με τα δέντρα του δάσους, τις αδελφές μου οξυές, που με το μαχαίρι μου σκάλισα στους κορμούς τους το ασήμαντο όνομά μου και τη χρονολογία των ημερών εκείνων : 1-9-63. Τη στιγμή, που χαράζω αφτές τις γραμμές, έχω στη σκέψη μου όλο το πανόραμα των Χανίων: Τα δέντρα, τα μονοπάτια, τις νεροπηγές, τη ρίγανη, τις συντροφιές, που έφτιαξα εκεί, τα όμορφα χρόνια της νιότης, που έμειναν τόσο πίσω πια.

Ο ¨ΠΑΝ¨ με ταξιδεύει και φέρνει μέσα μου το μεγάλο σάλαγο των βουνών. Οι σελίδες του με σηκώνουν και με αλαργεύουν. Βουνά, αγέραστα στηρίγματα της φυλής, αθάνατες Κάπες της Αντίστασης και της αρετής των ελλήνων. Πήλιο με τις βαθύσκιωτες συνομιλίες σου, τα μεγάλα καταφύγια, των μυστικών σου, τους αντάρτες σου και τους ηρωισμούς σου. Ίσως μου δοθεί η χάρη να ξαναγυρίσω σε σένα, για να ξαναζήσω τις σιωπές σου, για να ξαναγευτώ τους διαλο-
γους σου. Να περπατήσω στα μονοπάτια της νιότης, να κουβεντιάσω με τις νεροσυρμιές σου, να καθίσω στις πέτρες που κάθισε ο Σικελιανός και σε ύμνησε. Αλλά, δεν είμαι ο μόνος. Δεν είμαι η εξαίρεση. Όλοι όσοι σε γνώρισαν, όλοι όσοι κοινώνησαν απ’ τα λαΐνια των πηγών σου, όλοι όσοι σε έζησαν, έτσι ή αλλιώς, κοντά ή μακριά από σένα, ζουν με την ελπίδα να ξαναγυρίσουν σε σένα, να ξαναζήσουν τα πανέμορφα χρόνια της νιότης και της χαράς. Δεν είμαι,λοιπόν η εξαίρεση, δεν είσαι λοιπόν, ο τόπος, που μπορείς να ξεχαστείς. Ζεις στις καρδιές των ανθρώπων και στις μνήμες εκείνων, που ευτύχισαν να σε γνωρίσουν νέοι.

( Χρονικό που έστειλε στο περιοδικό του Φ.Ο. ¨ΠΑΝ¨ ο συγγραφέας Ηλίας Λεφούσης, από μια επίσκεψή του στο Πήλιο) .

Επιμέλεια ανάρτησης : Βασίλης Παλαμηδάς – Μέλος του Φ.Ο.¨ΠΑΝ¨ .

Φυλής ολοκλήρου έγερσις

Η Εθνική επέτειος της 25ης Μαρτίου 1821 είναι μια ιστορική ημερομηνία κατά την οποία το Έθνος σύσσωμο απαναστάτησε και απελευθέρωσε τη χώρα από τον Τουρκικό ζυγό. Ο μεγάλος δημοσιογράφος και διευθυντής της ¨Καθημερινής¨ Γ.Α.Βλάχος εκατό χρόνια μετά την έκρηξη της επανάστασης, την Πέμπτη 25 Μαρτίου 1921, σε άρθρο του με τίτλο ¨Εμπρός εις τους τάφους σας …¨ γράφει :

¨Προ εκατό χρόνων – την σημερινήν αυγήν - εις μίαν γωνίαν δούλης γης ολίγοι γενναίοι ύψωσαν αιματηρόν τον παιάνα της αιωνίας ελευθερίας και τον παιάνα αυτόν αντελάλησαν ευτυχή τα βουνά και τον ανέμελψαν πυρπολούμεναι και φαιδραί των υποδούλων αι πόλεις και τον ήκουσε τρέμων ο τύραννος, έκθαμβος ο κόσμος. Και οι ολίγοι έγιναν πολλοί και έγινε φυλής ολοκλήρου Έγερσις ιερά. Το κίνημά των και η υπόδουλος εκείνη γωνία της Γης έγινεν η Ελλάς, Ελλάς ωραία, Ελλάς ελευθέρα, Ελλάς πατρίς των αιωνίων ιδανικών. ..

Προ εκατό χρόνων. Ήσαν έρημοι τότε αι πόλεις, πτωχοί οι άνθρωποι και κραταιοτάτη των Αυτοκρατοριών, η Τουρκική Αυτοκρατορία. Επάνω εις την δοξασμένην Ελλάδα του παλαιού καιρού είχεν επί τετρακόσια έτη πέσει βαρύ του τυράννου το πέλμα. Εδώ, κάτω από του Παρθενώνος τον βράχον , μόλις ανεγνώριζεν ο διαβάτης, εις όσα απέμειναν πτωχά ερείπια, την μεγάλην πόλιν του Περικλέους, αλλού της αρχαίας Σπάρτης την αλκήν, έκλαιαν νεκρά τα νερά του Ευρώτα. Και επάνω από τα ερείπια αυτά, βάρβαρος είχε στήσει τον χορόν του αίματος η τυραννίς. Ύψωσαν όμως προ εκατόν χρόνων – την σημερινήν αυγήν – αιώνιον το παιάνα της Ελευθερίας οι ολίγοι γενναίοι. Και τον αντελήθησαν ευτυχή τα βουνά και ερίγησαν τα αρχαία μάρμαρα και υψώθησαν υπερήφανοι οι αυχένες των δούλων και από το πυρ και τον σίδηρον και το αίμα ανεπήδησεν η Ελλάς, η Ελλάς η ωραία, Ελλάς ελευθέρα, Ελλάς πατρίς των αιωνίων ιδανικών…

Εις τους τάφους σας, εμπρός εις το ευλογημένον των χώμα, μεγάλοι των χρόνων εκείνων Πατέρες, κλίνομεν πάνοπλοι και σήμερον το γόνυ, τίμια τέκνα Σας, εφέραμεν μέχρι του Ολύμπου και της Ίδης και της Ροδόπης και τώρα μακράν προς την Προύσσαν και το Δορύλαιον, τον ευλογημένον εκείνον της Ελευθερίας δαυλόν. Τον παιάνα που υψώσατε, τραυματίαι, αιμόφυρτοι, νεκροί τον ψάλλομεν ημείς ακόμη, πατέρες ιεροί. Και την στιγμήν αυτήν όπου, χαράς εδώ κήρυκες, βαρβάρων αλλού καταλύται, ηχούν ακόμη των Ελλήνων τα τηλεβόλα, κλίνομεν ημείς , ευγνώμονες, εμπρός εις τους τάφους Σας το γόνυ και από τα δοξασμένα σας λείψανα ζητούμεν αληθινήν, ευλογημένην, σώτειραν των ελευθεριών του κόσμου, την υπέρ των όπλων μας ευχή ! ¨ .

Πέμπτη 25 Μαρτίου 2010

Η βάση της ζωής

Για το ψωμί γράφτηκαν άπειρα κείμενα. Μέσα στα τόσα ας προστεθεί και τούτο :

Ευλογημένο ψωμί ! Για σένα κοπιάζει ο κάθε άνθρωπος. Για σένα ιδρώνει. Κι είναι ο ιδρώτας αυτός τόσο ιερός, όσο ιερό είναι το αίμα που χύνεται για την πατρίδα.

Ευλογημένο ψωμί ! Εσύ είσαι που χορταίνεις το κάθε στόμα, που δυναμώνεις το κορμί και του δίνεις πνοή να συνεχίσει τον αγώνα για μια καλύτερη ζωή.
Εσύ είσαι που έβγαλες τον πρωτόγονο άνθρωπο από τη βαρβαρότητα και τον έφερες στο φως του πολιτισμού. Χάρη σ’εσένα ο άνθρωπος έπαψε να’ναι κυνηγός κι έγινε γεωργός . Έτσι δέθηκε με τη γη κι απόκτησε μόνιμη στέγη και πατρίδα.

Εσύ είσαι που μαζεύεις γύρω σου όλη την οικογένεια, σ’ένα τραπέζι, όλα τα μέλη μαζί. Και καθώς τρώνε από το κοινό ψωμί, από το δικό σου το κορμί, νιώθουν πως είναι όλοι τους ένα σώμα και μια ψυχή.

Εσύ είσαι που δημιουργείς τους πιο αγνούς και ισχυρούς δεσμούς φιλίας. Όλοι οι όρκοι πατιώνται , εκείνος που είναι δύσκολο να πατηθεί, είναι αυτός που τόσο συχνά ακούμε : ¨ Στο ψωμί που φάγαμε μαζί ¨ .

Εσύ είσαι που ξυπνάς το πιο ευγενικό συναίσθημα , την ευγνωμοσύνη . Ακόμη κι ο πιο κακός άνθρωπος δύσκολα θα πειράξει τον ευεργέτη του, δύσκολα θα προδώσει το ψωμί που έφαγε από τα χέρια του.

Ευλογημένο ψωμί ! Εσύ είσαι που μπορείς να κάνεις τον άνθρωπο ευτυχισμένο. Όταν σε δίνει στο φτωχό ή στο παιδάκι που πεινάει , είναι σα να μοιράζει την ψυχή του. Κι όταν μοιράζεται η ψυχή , τότε ¨ο ήλιος γίνεται πιο βέβαιος για τον κόσμο ( Γ.Ρίτσος) .

Ευλογημένο ψωμί ! Εσύ είσαι που για τον πιστό συμβολίζεις το σώμα του Χριστού, που με το κρασί το θείο αίμα Του, σμίγεις στο Άγιο Δισκοπότηρο και γίνεσαι Θεία Μετάληψη για τη σωτηρία της ψυχής του.

Ευλογημένο ψωμί, εσύ είσαι η βάση της ζωής. Για σένα έδωσαν τη ζωή τους τα καλύτερα παιδιά μας στα μαύρα χρόνια της κατοχής. Για σένα ο μεγάλος μας ποιητής, ο Ελύτης, θα τραγουδήσει τους λυπημένους του στίχους :

¨Του θεού το στάρι στα ψηλά καμιόνια
το φόρτωσαν και πάει .
Μες στη έρμη κι άδεια πολιτεία μένει
το χέρι που μονάχα
Με μπογιά θα γράψει στους μεγάλους τοίχους
ΨΩΜΙ ΚΙ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ¨ .

Έγινα παππούς

Ο λαός μας λέει : ¨ Το παιδί του παιδιού μου είναι δυο φορές παιδί μου¨
Τούτη τη σοφή ρήση την αισθάνθηκα κι εγώ σήμερα Πέμπτη 19-11-2009, όταν έγινα παππούς διδύμων, που έφεραν στον κόσμο τα αγαπητά μας παιδιά Πέτρος και Φιλιώ.

Όλα ήταν προγραμματισμένα για τη μεγάλη μέρα του τοκετού. Στο μαιευτήριο ¨ΛΗΤΩ¨ μας περίμενε από το πρωί ο γιατρός κ. Τζεφεράκος. Εκτός από τον Πέτρο είναι κοντά στη Φιλιώ εγώ με τη Μαρίκα, ο συμπέθερος Μανώλης με τη συμπεθέρα Μαρία, η Αδελφή της Φιλιώς Τάνια, η αδελφή του συμπέθερου και η θεία Τασούλα Παλαμηδά.

Οι ώρες αγωνίας άρχισαν από τις 8 το πρωί, την ώρα που μπήκε η Φιλιώ για τις καθιερωμένες εξετάσεις προ του τοκετού. Εκείνες οι στιγμές ήταν ατέλειωτες και βασανιστικές. Ώρα 09.50΄ : Μας αναγγέλουν το ευχάριστο γεγονός. Γεννήθηκαν τα δίδυμα. Πρώτα το κοριτσάκι και μετά το αγοράκι. Μας επιτρέπουν να τα δούμε. Δυο πανέμορφα αγγελούδια Η Φιλιώ αισθάνεται καλά.Έχει λίγους πόνους στην κοιλιά.

Με την θέα των εγγονών αισθάνθηκα βαθιά συγκίνηση και ένα χονδρό δάκρυ κύλησε από τα μάτια μου. Έγινα παππούς. Είδα μπροστά μου το θαύμα της ζωής. Τη συνέχεια του ανθρώπινου στοιχείου. Δυο λιλιπούτειες ανθρώπινες υπάρξεις που ¨αύριο¨ θα στελεχώσουν τον κοινωνικό μας σύνολο.

Ώρα 11.30΄ . Ανεβαίνουμε στο 3ο όροφο, δωμάτιο 323 , όπου νοσηλεύεται σε δίκλινο δωμάτιο η Φιλιώ. Η συγκίνηση μεγάλη. Τα συγχαρητήρια και τα δάκρυα να τρέχουν. Τα κινητά τηλέφωνα να στέλνουν εγκάρδιες ευχές.

Κατεβήκαμε στον 1ο όροφο, στην αίθουσα νεογνών. Τα μωρά στις κουνίτσες τους περιμένουν να περάσουν τα πρώτα εικοσιτετράωρα. Πίσω από μια τεράστια τζαμαρία αναζητούμε τα δικά μας. Μας τα δείχνουν, είναι τρισχαριτωμένα. Ανάμεσα στα νεογνά και ο γιος μας Πέτρος με αποστειρωμένη στολή και μάσκα προσώπου, να ρωτά και να ενημερώνεται από τους γιατρούς. Όλα πηγαίνουν καλά.

Πέρασε η ώρα. Πρέπει να αναχωρήσουμε για Καλλιθέα. Εγώ με Μαρίκα και Τασούλα παίρνουμε από τον Σταθμό της ¨Πανόρμου¨ το Μετρό. Ο Πέτρος με τη συμπεθέρα Μαρία παραμένουν στο ¨ΛΗΤΩ¨ για το πρώτο βράδυ.

Η μεγαλύτερη επιτυχία στη ζωή του κάθε ανθρώπου είναι να φέρει στον κόσμο ένα παιδί. Δυο παιδιά μπήκαν στην οικογένεια του Πέτρου και της Φιλιώς. Τους φέρνουν τη χαρά, την ευτυχία και την αισιοδοξία για το ¨αύριο¨. Η Μάνα Φύση τους έκανε το Πρώτο και μεγαλύτερο δώρο, να γίνουν γονείς. Αισθάνονται χαρούμενοι και πανευτυχείς. Το ίδιο και εμείς σαν παππούδες, τους καμαρώνουμε. Να τους ζήσουν.

Αθήνα 19-11-2009
Βασίλης – Μαρίκα Παλαμηδά

Η περηφάνια αγνοεί την αρίθμηση

Η ¨χρυσή¨ πένα της Ελληνικής δημοσιογραφίας στις δεκαετίες του 30, 40 και 50, Παύλος Παλαιολόγος, έγραψε στο ¨Ελεύθερο Βήμα¨ την επάυριο της κήρυξης του Ελληνοϊταλικού πολέμου 29-10-1940, ένα ιστορικό άρθρο-χρονικό με τίτλο : ¨Προς το καθήκον¨ . Αξίζει να το διαβάζουν οι νεώτερες γενιές :

¨Σειρήνες και κωδωνοκρουσίες . Δευτεριάτικο πρωινό. Ανήσυχες μορφές στα παράθυρα. Κοιτάζονται οι γείτονες, συνεννοούνται με το βλέμμα, και μένουν σύμφωνοι. Τα πάντα για την τιμή. Δεν είναι η μανία του πολέμου που τους εμπνέει, δεν είναι το πάθος της περιπέτειας. Είναι η συναίσθηση της αξιοπρέπειας. Όταν αυτή είναι εκτεθειμένη σε κινδύνους, τότε το τροπάριο της ειρηνοφιλίας διακόπτεται. Από αγάπη προς αυτή την ειρήνη. Γιατί τίποτα δεν εξυπηρετεί την ειρήνη χειρότερα από την καλοπροαίρετη διάθεση των λαών να δέχονται ραπίσματα. Κακός είναι ο πόλεμος.

Αλλά υπάρχει κάτι πιο απαίσιο κι απ’ αυτόν ακόμα, η λάσπη που πέφτει και κηλιδώνει τις υπολήψεις των λαών όταν θελήσουν να τον αποφύγουν με θυσία της τιμής τους. Τέτοιες κηλίδες τίποτα δεν είναι ικανό να τις καθαρίζει. Ούτε το σβήσιμο της γενεάς που τις έχει προκαλέσει. Οι γενεές φεύγουν, αλλά μένουν οι σελίδες της ιστορίας, για να θυμίζουν τη ντροπή. Μένουν οι μεταγενέστεροι και ζητούν ευθύνες από τη στάχτη μας. Στρατιώτες της ειρήνης όσο δεν προσβάλλεται η Ελευθερία και το Δίκαιο. Όταν όμως κινδυνεύουν και τα δύο αυτά αγαθά, τότε η εμμονή στην Ειρήνη αποτελεί ανανδρία, αναξιοπρέπεια και αφιλοτιμία.

Για όλα μπορούν να μας κατηγορήσουν. Ένα μόνο δεν θα πει κανείς : ότι δεν διατηρήσαμε, μέσα στο πέρασμα των αιώνων άσπιλη την εθνική μας φιλοτιμία. Έτσι άσπιλη θα την διατηρήσουμε και τώρα. Κοινή είναι η θέληση : να το ξαναφορέσουμε . Γνωστή στολή του λαού μας. Τη φόρεσε ο παππούς, τη φόρεσε ο πατέρας, θα τη φορέσει τώρα ο γιος. Και πάντα για τον ίδιο σκοπό. Για την τιμή και για την Ελευθερία. Για τους ίδιους λόγους καλούμαστε και σήμερα. Το καθήκον υπογράφει τις προσκλήσεις. Η φωνή του είναι η πιο επιβλητική απ’όλες τις φωνές. Το δέχεσθε χωρίς υπολογισμούς.

Η περηφάνια αγνοεί την αρίθμηση. Δεν μετρά τις δυνάμεις εκείνου που θέλει να την τσαλακώσει. Βαδίζει με το μέτωπο ψηλά στο δρόμο της τιμής. Οι Θερμοπύλες δεν είναι ένα γεωγραφικό σημείο, δεν είναι ένα απλό ιστορικό γεγονός. Είναι ένα σύμβολο. Το σύμβολο αυτό το διατήρησαν ψηλά οι γενεές την Ελλήνων. Από τις Θερμοπύλες ως το 21, και πέρα απ’ αυτό, με κλειστό βιβλίο της αριθμητικής βάδισε το Έθνος στους δρόμους των πεπρωμένων του. Με την αριθμητική στο χέρι δούλοι θα είμαστε σήμερα. Στην περιφρόνηση της αριθμητικής οφείλουμε την Εθνική μας υπόσταση.

Το 1940 δεν θα κάνει εξαίρεση. Παλιά και πρόσφατη ιστορία δείχνει πιο κατάντημα περιμένει τους λαούς εκείνους που με οδηγό τον υπολογισμό, έστερξαν σε ταπεινώσεις και σε διασυρμό της τιμής τους. Η τιμή που σπίλωσαν δεν είναι η μόνη τους θυσία. Μαζί μ’αυτήν έχασαν και τα υλικά αγαθά που πίστεψαν ότι θα εξασφάλιζαν, αν δέχονταν τον εξευτελισμό. Καθήκον και συμφέρον είναι η προάσπιση της Εθνικής τιμής. Στην εκτέλεση του καθήκοντος καλούνται οι πολίτες.

Καθήκον προς τα μάρμαρα, που αποτελούν την δόξα των περασμένων, προς το βράχο που κοίλαναν ο ιδρώτας και το αίμα των γενεών, προς εμάς τους ίδιους, προς τους τάφους τω πατέρων μας, προς τα λίκνα των παδιών μας, που θα ντρέπονταν αν μας έβλεπαν απρόθυμους να συνεχίσουμε την Εθνική μας παράδοση. Αλλά τέτοια περίπτωση δεν υπήρξε, δεν υπάρχει, δεν θα υπάρξει. Μας το είπε η χθεσινή μέρα. Θα μας το πουν οι επόμενες. Θα μας το λένε όλες οι μέρες, όσο υπάρχει ο γαλάζιος ουρανός μας, όσο υπάρχουν οι αφροί του Αιγαίου μας, για να σχηματίζουν την απέραντη κυανόλευκη, που αγκαλιάζει πέρα ως πέρα τους ελληνικούς ορίζοντες ¨ .

Χαράλαμπος Κατσιμήτρος : Ο σύγχρονος Λεωνίδας

Ήταν φθινοπωρινές μέρες του 1940. Λίγο καιρό πριν ξεκινήσει η Ιταλική εισβολή της 28ης Οκτωβρίου 1940 το Γενικό Επιτελείο Στρατού έστειλε διαταγές στη Ογδόη Μεραρχία της Ηπείρου λέγοντας, ότι κάθε μάχη είναι μόνον για την τιμή των όπλων, αλλά επί της ουσίας είναι εκ προοιμίου χαμένη και δεν έχει λόγο να δοθεί. Το ΓΕΣ καλούσε μάλιστα τη Ογδόη Μεραρχία να υποχωρήσει σε δεύτερη γραμμή άμυνας και να πολεμήσει τους Ιταλούς πολύ πιο πίσω από την αμυντική γραμμή Ελαίας-Καλαμά, εκεί που γράφτηκαν τελικά οι πρώτες μάχες, οι πιο μεγάλες μάχες του Έπους του 40.

Τότε ένας άνθρωπος, ένας σύγχρονος Λεωνίδας, πέταξε αυτές τις διαταγές στα σκουπίδια. Όπως ακριβώς ο Σπαρτιάτης βασιλιάς είχε παρακάμψει κάποτε τους νόμους της Σπάρτης. Ήταν ο υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, που σήμερα κανείς δεν τον θυμάται, κανείς δεν τον γνωρίζει. Ήταν ο άνθρωπος που αψήφησε τις διαταγές της Αθήνας, που οργάνωσε την άμυνα στη πρώτη γραμμή και εξέδωσε τη δική του διαταγή προς τους άνδρες της Ογδόης Μεραρχίας : ¨ Ούτε σκέψις δια υποχώρησιν. Η τελευταία γραμμή αμύνης είναι εδώ μέχρις εσχάτων ¨.

Ο Κατσιμήτρος μόνος, χωρίς καμιά βοήθεια του ΓΕΣ και χωρίς κανείς στην Αθήνα να πιστεύει ούτε στιγμή στον αγώνα του, στάθηκε στην πρώτη γραμμή, πολέμησε και νίκησε ! Όχι μόνον κράτησε τα σύνορα, αλλά μέσα σε λίγες εβδομάδες άρχισε να προελαύνει επιθετικά εναντίον των εισβολέων μέσα στην Αλβανία.

Ο Κατσιμήτρος και οι άνδρες του όχι μόνον φύλαξαν τις σύγχρονες Θερμοπύλες, αλλά έτρεψαν τον εισβολέα σε υποχώρηση. Κι όμως αυτός ο άνθρωπος, ο σύγχρονος Λεωνίδας, χάθηκε στη λήθη, η μνήμη του δεν βολευε κανέναν. Πέθανε ξεχασμένος από όλους το 1962.

Να το πούμε λοιπόν επίμονα, ξανά και ξανά : Ότι αν είχε ζήσει να τα δει αυτά ο Κωνσταντίνος Καβάφης, θα έγραφε για τον Κατσιμήτρο και τους άνδρες της Ογδόης Μεραρχίας, ό,τι ακριβώς έγραψε για τον Λεωνίδα και τους 300 : Πως περισσότερη τιμή τους όταν προβλέπουν ( και πολλοί προβλέπουν), πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος και οι Μήδοι στο τέλος θα διαβούνε ¨.

Ηθοποιός

Περιπλανώμενος στον κόσμο του φωτός,
σαν θεατρίνος κάποιου πλανόδιου θιάσου.
Να παίζω, να μονολογώ,
στης μοναξιάς μου το αρχαίο σκηνικό.
Με δανικές ζωές να ζω
κι αυτό που θα ‘θελα να είμαι,
στη σκηνή να παρασταίνω!
Ν’ αλλάζω τραίνα και σταθμούς.
Ν’ αλλάζω τόπους, παραστάσεις και ανθρώπους.
Μες στην υπέροχη αβάσταχτη ζωή μου
τη σκυφτή,
να προσποιούμαι ότι είμαι αληθινός
και να μην είμαι.
Και μια ζωή να προσπαθώ περήφανη να ζήσω
χωρίς λεφτά για νοίκι και για φως…
Λιμάνια γνώρισα πολλά
στον κόσμο των θαυμάτων, μα τίποτα δεν είδα!
Γνώρισα χώρες και λαούς
και γλέντια και τραγούδια.
Ήπια και χόρεψα πολύ
στις νύχτες των ανθρώπων.
Μα ήμουν πάντα ντροπαλός,
διστακτικός κι αυθεντικός
και πάντα φωτοφόρος.
Κι άλλες φορές με τρόμαζε πολύ ο εαυτός μου…
Ήτανε ο άλλος μου εαυτός, της ευτυχίας κυνηγός,
που έψαχνε πάντοτε να βρει,
τη δόξα και το χρήμα.
Ταξίδεψα και πέρασα και γνώρισα και γέρασα
μα τίποτα δεν βρήκα!
Σαν θεατρίνος έζησα και γέλασα και έκλαψα
με δανικές στιγμές και ξένα λόγια…
Ήταν μια υπέροχη ζωή, της μοναξιάς ανταμοιβή,
που πέθαινε κάθε πρωί, σαν σβήνανε τα φώτα.
Του θεατρίνου η μοναξιά είναι μια άλλη μοναξιά,
μες στο μεγάλο πλήθος…
Μετράει στιγμές μες στις σιωπές
κι έχει στα μάτια του βροχές
από παλιές διαδρομές κι από ταξίδια.
Κι είναι μια υπέροχη ζωή
κι είναι, νομίζω, τυχεροί όσοι τη ζουν και ζούνε…
Περιπλανώμενος, λοιπόν, ήμουνα πάντοτε παρών
στον κόσμο των τραυμάτων.
Το ήθος πάντα να ποιώ, να ταξιδεύω, να γυρνώ,
περιπλανώμενου θιάσου ηθοποιός.
Τα φώτα σβήσανε, λοιπόν
κι είμαι για πάντα πια απών,
από την τέχνη των τεχνών.
Και είναι ετούτη η μοναξιά η πιο μεγάλη μοναξιά,
σ’ αυτού του κόσμου του σκληρού, τη ματαιότητα.
Του θεατρίνου η ζωή, μια σιωπηλή είναι κραυγή
που την καλύπτει ευγενικά το χειροκρότημα…

Μια υπαρκτή, μοναδική αναγκαιότητα…


(ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ : Ο ΧΕΙΜΩΝΑΣ ΤΗΣ ΣΙΩΠΗΣ του ΓΙΑΝΝΗ ΝΙΚΟΛΑΪΔΗ )

Αλεξάνδρεια των Ελλήνων ( Έτος 1951)

…Είκοσι μέρες στην Αίγυπτο άλλαξαν τη ζωή μου : Αλεξάνδρεια των Ελλήνων, Κάϊρο των Αράβων, Ελ Αλαμέϊν των πεσόντων, Νείλος ο ζωοφόρος, Μουσείο των Φαραώ, αλλά και των επιγόνων του μεγάλου Αλεξάνδρου, βιβλιοθήκη των παπύρων, Ζωολογικός κήπος της αιχμαλωσίας, καφέ αμάν του χασισιού και του χορού της κοιλιάς, μακρόσυρτα τραγούδια ανατολίτικα, μεθυστικά αρώματα, αλλά και ρεσιτάλ Μορίς Σεβαλιέ για τους κατέχοντες ξένους τον πλούτο της Αιγύπτου…Αγώνες των αθλητών της Μεσογείου, αλλά και διαδηλώσεις κατά των αποικιοκρατών…Και ο άπληστος στο πλούτο και στο σεξ βασιλιάς Φαρούκ, την τελευταία χρονιά της βασιλείας του, εν όψει Ναγκίπ…Μόνο το σπίτι του Καβάφη δεν έψαξα να βρω, γιατί δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο μέγιστος ποιητής είναι…Ούτε στις Πυραμίδες πήγα, γιατί προτίμησα να περιπλανηθώ στο Αιγυπτιολογικό Μουσείο και στη Βιβλιοθήκη. Μπροστά στους ταριχευμένους Φαραώ, στα γιγάντια αγάλματα του Άμμωνα, τη κεφαλή-κομψοτέχνημα της Νεφερτίτη και των άλλων καλλιτεχνικών δημιουργημάτων μιας εποχής τυλιγμένης στην έπαρση αλλά και στο θρήνο, είχα μείνει ενεός από κατάπληξη και συγκίνηση. Είχα νιώσει ανατριχίλα στη ραχοκοκαλιά και σκέφτηκα πως αν υπάρχει μετενσάρκωση, σίγουρα θα είχα ζήσει μια ζωή σ’αυτή τη χώρα…Τώρα αναλογίζομαι ότι απέφυγα να πάω στις Πυραμίδες, νιώθοντας κάποιο αδιόρατο φόβο…

Δημήτρης Λυμπερόπουλος – Δημοσιογράφος
Από το βιβλίο του: ¨Πεθαίνουν και οι αθάνατοι¨ .

Γυμνασιακές αναμνήσεις

Ήταν πολύ συγκινητικό το ρεπορτάζ της ¨ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ¨ Βόλου, Κυριακή 6-9-2009, με τίτλο ¨Γυμνάσιο παράγκα¨, της Νέας Ιωνίας-Βόλου. Με τις αφηγήσεις τους οι δύο απόφοιτες του Σχολείου, εκπαιδευτικοί σήμερα, οι κυρίες Αϊβαζόγλου και Μανουηλίδου, μας έφεραν 50 χρόνια πίσω, τότε στη σχολική χρονιά 1959-1960, που ξεκίνησε το εξατάξιο Γυμνάσιο της Νέας Ιωνίας.

Ας μου επιτρέψετε να προσθέσω και εγώ, σαν παλαιότερος, λίγες γραμμές σχετικές με το ιστορικό λειτουργίας του Γυμνασίου.

Το έτος 1952, επί δημαρχίας Μιχάλη Τίκογλου και με τη βοήθεια του νομάρχη Μαγνησίας Γ. Παπαδάκου και των βουλευτών του νομού, άρχισε να λειτουργεί το ¨Γυμνασιακό παράρτημα Νέας Ιωνίας¨. Ήταν ένα Σχολείο, που περιελάμβανε τις 4 πρώτες τάξεις του παλαιού Γυμνασίου. Υπάγονταν υπηρεσιακά στο Β΄Γυμνάσιο Αρρένων Βόλου. Ήταν δηλαδή ένα αναπόσπαστο τμήμα του Β΄Γυμνασίου. Από εκεί στέλνονταν οι καθηγητές, από εκεί παίρναμε τα ενδεικτικά και λοιπά έγγραφα σπουδών.

Το ¨Παράρτημα¨ ήταν μικτό. Οι νέοι της ηλικίας μου αποτελέσαμε, τότε, το 1952, την πρώτη τάξη. Διευθυντής ήταν ο φιλόλογος Στέφανος Παπακωστούλης, μαθηματικός ο Κωνσταντίνος Λάππας, φιλόλογος ο Νικόλαος Σίνος, φυσικός ο Νικόλαος Καλορίζος, θεολόγος ο Αντώνιος Μοράρος και γυμναστής ο Εμμανουήλ Σακελλαρίδης. Οι ανωτέρω αποτέλεσαν τον πρώτο βασικό πυρήνα διδακτικού προσωπικού του Σχολείου μας. Ήταν δύσκολο το έργο τους. Με μαθητές από 50 – 60 , που περιελάμβανε κάθε τάξη , ποιους να εξετάσεις και ποιους να ελέγξεις. Και όμως παρά τις αντίξοες συνθήκες, κάθε μέρα, τα πηγαίναμε καλύτερα στα μαθήματα, φιλοξενούμενοι στις αίθουσες του 8ου Δημοτικού Σχολείου. Δεν θα ξεχάσω την περίοδο των σεισμών, το 1955, που κάναμε μαθήματα και διαγωνισμούς στην αυλή του Σχολείου.

Μετά τον Παπακωστούλη ανέλαβε Διευθυντής ο αείμνηστος Αθανάσιος Αδρίμης. Ένας εξαίρετος εκπαιδευτικός με γνώσεις και εμπειρίες. Μας αγαπούσε σαν παιδιά του. Έγραψε τη δική του ιστορία ο καθηγητής Αδρίμης στη Νέα Ιωνία. Μάθαμε γράμματα κοντά του.

Πέρασαν γρήγορα τα πρώτα τέσσερα χρόνια. Τις δυο τελευταίες τάξεις έπρεπε να τις κάνουμε στο Κεντρικό του Β΄Γυμνασίου και οι μαθήτριες στο Κεντρικό του Γυμνασίου θηλέων. Τεράστιες οι αποστάσεις να πηγαίνουμε κάθε μέρα χωρίς αστική συγκοινωνία, εκεί στα παραπήγματα της συνοικίας Τσιμπούκη όπου στεγάζονταν το Γυμνάσιο, μετά τους σεισμούς. Άλλοι πεζοί, άλλοι με ποδήλατο, ανάλογα με τις οικονομικές δυνατότητες του καθενός. Και το κυριώτερο. Το περιβάλλον που συναντήσαμε εκεί. Νέοι συμμαθητές, άγνωστοι καθηγητές. Μια ξένη και ψυχρή πραγματικότητα. Ευτυχώς ο αείμνηστος Γυμνασιάρχης Σωκράτης Παπαϊωάννου ήταν πάντοτε καλοπροαίρετος και μακρόθυμος στις αποφάσεις του.

Το καλοκαίρι του 1958 αποφοιτήσαμε από το Β΄ Γυμνάσιο Αρρένων Βόλου. Η τάξη μου ήμασταν οι πρώτοι απόφοιτοι,που ξεκινήσαμε το 1952 από το ¨Γυμνασιακό παράρτημα Νέας Ιωνίας ¨. Κάνω προσκλητήριο στη ¨φουρνιά¨ εκείνων των συμμαθητών μου. Λείπουν πολλοί. Μείναμε οι μισοί. Οι άλλοι ¨έφυγαν¨ για το μεγάλο και ανεπίστροφο ¨ταξίδι¨. Αιωνία τους η μνήμη.

Η Νίκη Βόλου γιόρτασε τα 85χρονά της

Την Παρασκευή βράδυ 28-8-2009, όλοι οι δρόμοι της Νέας Ιωνίας-Μαγνησίας οδηγούσαν στο θερινό Δημοτικό Θέατρο της πόλης. Εκεί η Νίκη Βόλου γιόρτασε την επέτειο των 85 χρόνων από την ίδρυσή της.

Κατάμεστο το θέατρο από θεατές πάσης ηλικίας. Ήταν όλοι εκεί να γιορτάσουν την μεγάλη ιστορική διαδρομή του συλλόγου και να καμαρώσουν την νέα ομάδα, που αγωνίζεται εφέτος, με μεγάλες προσδοκίες, στο πρωτάθλημα της Γ΄ Εθνικής Κατηγορίας.

Συντονιστής και παρουσιαστής της εκδήλωσης ήταν ο κ Γιώργος Μαστρογιάννης, ο οποίος με την παρουσία του έδωσε το δικό του στίγμα. Πρώτος χαιρέτισε τη βραδιά ο νομάρχης Μαγνησίας κ Απόστολος Παπατόλιας. Στη συνέχεια μίλησε ο πρόεδρος της Νίκης κ Δημήτρης Ιωαννίδης ο οποίος παρουσίασε επί σκηνής τα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου. Ακολούθησε η παρουσίαση των 27 ποδοσφαιριστών, παλαιών και νεοαποκτηθέντων , οι οποίοι κρατούσαν στα χέρια τους τη νέα φανέλα της ομάδος με τον αριθμό της νέας ποδοσφαιρικής περιόδου.

Η εκδήλωση έκλεισε με συναυλία του Θανάση Μωραϊτίδη με το συγκρότημα ¨Ασυμβίβαστοι¨, οι οποίοι ερμήνευσαν τραγούδια γνωστών συνθετών.

Με ανάμικτα συναισθήματα συγκίνησης και ικανοποίησης αποχωρήσαμε από το θέατρο. Διαπιστώσαμε ότι κάτι καινούργιο, κάτι ξεχωριστό ¨γεννιέται¨ κατά τη νέα ποδοσφαιρική σαιζόν στην αγαπημένη μας ομάδα. Υπάρχει διάθεση και όρεξη για δουλειά , για διακρίσεις από όλους. Την μεγάλη αυτή ευκαιρία δεν πρέπει να την αφήσουμε να πάει χαμένη. Διοίκηση, παίκτες, προπονητής, φίλαθλοι όλοι μαζί να δώσουμε το ¨παρών¨, για την άνοδο της ομάδος μας στη Β΄Εθνική Κατηγορία.

Ακόμα σαν να ακούω τη μαμά μου…

Τα χρόνια περνάνε γρήγορα. Οι δεκαετίες φορτώνονται η μία πάνω στην άλλη. Θα μου πείτε γιατί τα γράφω τώρα όλα αυτά. Αφορμή του σημειώματος το θαυμάσιο και νοσταλγικό τραγούδι του Γιάννη Μηλιώκα με τίτλο : ¨ Θαρρώ πως ήταν χθες¨ . Τα λόγια περιττεύουν. Ας το απολαύσουμε :

¨Θαρρώ πως ήταν χθες,
που παίζαμε σπιτάκια, που πετάγαμε μπαλόνια,
σχολείο δημοτικό , κοπάνα και κρυφτό,
κούρεμα γλόμπος και κοντά τα παντελόνια.
Θαρρώ πως ήταν χθες,
που λέγαμε τα κάλαντα και τρέχαμε στα χιόνια,
κρυμμένο το γλυκό, ο νους μας στο κακό,
και ούτε κατάλαβα, πως πέρασαν τα χρόνια.

Ακόμα σαν να ακούω τη μαμά μου,
ν’άρθεις νωρίς, μην πας μακριά και να προσέχεις,
έξω από την πόρτα τώρα γράφει το όνομά μου
και στο ταμπλό του αμαξιού ¨μπαμπά μην τρέχεις¨.

Θαρρώ πως ήταν χθες.
που βγαίναμε τη νύχτα και μαζεύαμε τα φρούτα,
στα χέρια γρατζουνιές, στα πόδια μελανιές
και όταν αργούσα μου τις βρέχαν με τη σκούπα.

Θαρρώ πως ήταν χθες,
αγάπες παιδικές, στις πέρα γειτονιές
και ένα σημάδι στο κεφάλι από κοτρόνα.

Ακόμα σαν να ακούω τη μαμά μου
ν’άρθεις νωρίς, μην πας μακριά και να προσέχεις,
εξω από την πόρτα τώρα γράφει το όνομά μου
και στο ταμπλό του αμαξιού ¨μπαμπά μην τρέχεις¨.
Άγγιξε τις ευαίσθητες ¨χορδές¨της καρδιάς μου τούτο το τραγούδι.

Τέτοια συγκίνηση είχα χρόνια να νιώσω. Νάσαι καλά Γιάννη Μηλιώκα και να μας δίνεις παρόμοια μουσικά αριστουργήματα.

Ένας σγουρός βασιλικός

Τον γνώρισα στη Λαϊκη Αγορά της Πέμπτης 13-7-2009. Εκεί ανάμεσα στα λαχανικά και τα φρούτα ένας μικρός πάγκος πουλούσε γλάστρες με λουλούδια. Ξεχώριζε με την παρουσία του και την ομορφιά του ένας ψηλός, σγουρός και καταπράσινος βασιλικός. Δεν σκέφτηκα πολύ για να τον αγοράσω. Τέτοιο πανέμορφο λουλούδι που θα το ξανασυναντούσα.

Τον έφερα στο σπίτι. Από τη πρώτη στιγμή γίναμε φίλοι. Του έδωσα την καλύτερη θέση στην αυλή. Δροσερή, να τον βλέπει ο ήλιος και να έχει μπόλικο νερό.

Κάθε πρωί με το ξημέρωμα στον βασιλικό μου λέω την πρώτη μου Καλημέρα. Μαζί πίνουμε το γάλα και τον πρωινό καφέ. Από τη όψη του καταλαβαίνω τις προθέσεις του. Όταν τα φύλλα του δεν είναι σγουρά και αστραφτερά αυτό σημαίνει ότι έχει παράπονα έλλειψης περιποίησης και πλημμελούς αντιμετώπισης. Όταν κυματίζει δροσερός και καταπράσινο τότε όλα πάνε καλά.

Έχει και η φύση τους νόμους της. Της φέρθηκες καλά θα σου το ανταποδώσει πλουσιοπάροχα. Της φέρθηκες σκάρτα, θα σε εκδικηθεί και θα σε τιμωρήσει.

Και ο καιρός καλά περνά παρέα με το βασιλικό μου. Είναι ο φίλος που δεν θα με προδώσει ποτέ.