Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2008

Αγάπη

Ο Μιλτιάδης Μαλακάσης (1869-1943) ποιητής από τους σημαντικότερους του
Νεοελληνικού λυρισμού γεννήθηκε στο Μεσολόγγι. Καταγόταν από πλούσια οικο-
γένεια αγωνιστών τουΕικοσιένα με πολύ πλούτο και άνεση, που του εξασφάλιζε
μια ζωή αφιερωμένη στη τέχνη και τη μάθηση. Στα ποιήματά του κυριαρχεί η νοστα-
λγία και το όραμα ενός κόσμου που έχει χαθεί. Κορυφαίες δημιουργίες του τα ποιή-
ματα : ¨Τάκης Πλούμας¨,¨Μπαταριάς¨,¨Το δάσος¨.
Ένα δείγμα της δουλειάς του είναι το κατωτέρω ποίημα με τίτλο:¨Αγάπη¨.

Ας μη γυρίζει ο λογισμός στα χρόνα εκείνα πίσω.
Κάλλιο μια τέτοια θύμηση για πάντα να χαθεί,
ποιος ξέρει, τώρα θ’άτανε γραφτό να σ’αγαπήσω,
και τόσο που καμμιά ποτέ δεν έχει αγαπηθεί.

Κι αν έφυγε η νιότη σου, που θλίβεσαι για δαύτη,
ως πουλί που πέταξε μ’άλλα μαζί πουλιά,
περσότερο από μία άνοιξη τον έρωτά μου ανάφτει
του χινοπώρου τ’άγγιγμα στα ωραία σου μαλλιά.

Κι’ακόμα φτάνω ν’αγαπώ σ’εσέ μια άλλη εικόνα,
τ’ορκίζομαι στα μάτια σου που τόσο λαχταρώ,
τον ήμερο κι ανέφελο και το γλυκό χειμώνα,
που στο χλωμό σου πρόσωπο μια μέρα θα θωρώ.

Και μάθε το, τις μελιχρές λαμπάδες του Δεκέμβρη,
και τις φεγγαροσκέπαστες του Γεναριού ομορφιές,
μήτε τις τρέλλες τ’Απριλιού κανένας θα τις εύρει,
μήτε και στις μονότονες του Μάη καλοκαιριές.

Το τέλειο θαύμα...

Από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές. Πρόκειται για τον Νικηφόρο Βρεττάκο. Γεννήθηκε το 1911 στις Κροκεές Λακωνίας. Λόγω οικονομικών δυσκολιών δεν κατάφερε να σπουδάσει και αναγκάστηκε να δουλεψει από πολύ νέος ως υπάλληλος στο Υπουργείο Εργασίας και στη συνέχεια ως δημοσιογράφος.

Στον πόλεμο του 40 πολέμησε ως απλός στρατιώτης, ενώ στη περίοδο της Κατοχής ανέπτυξε έντονη αντιδικτατορική δράση.

Στη περίοδο της δικτατορίας , ο Νικηφόρος Βρεττάκος, έφυγε από την Ελλάδα και έζησε στη Ελβετία και στη Σικελία.

Εργάστηκε ως δημοσιογράφος σε εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας και παράλληλα έκανε τα πρώτα του βήματα στη λογοτεχνία. Το ¨Κατεβαίνοντας στη σιγή των αιώνων¨, ¨Οι γκριμάτσες των ανθρώπων¨, και το ¨Κάτω οι σκιές και φώτα¨, είναι οι πρώτες του ποιητικές συλλογές. Ακολούθησαν τα : ¨Πλουμιστά¨, ¨Έξοδος με το άλογο¨, ¨Στον Ρόμπερτ Οπενχάϊμερ¨.

Έγραψε και πεζογραφήματα με κυριότερα : ¨Το γυμνό παιδί¨, ¨Το αγρίμι και η καταιγίδα¨, ¨Μπροστά στο ίδιο ποτάμι¨.

Έχει βραβευθεί τρεις φορές με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και με το Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών, της οποίας έγινε μέλος το 1989. Πέθανε το 1991.

Ένα δείγμα της ποιητικής δουλειάς του είναι :

¨Το καθαρότερο πράγμα της δημιουργίας¨
Δεν ξέρω, μα δεν έμεινε καθόλου σκοτάδι.
Ο ήλιος χύθηκε μέσα μου από χίλιες πληγές.
Και τούτη τη λευκότητα που σε περιβάλλω
Δε θα τη βρεις ούτε στις Άλπεις, γιατί αυτός ο αγέρας
Στριφογυρνά ως εκεί ψηλά και το χιόνι λερώνεται.
Και στο λευκό τριαντάφυλλο βρίσκεις μια ιδέα σκόνης.
Το τέλειο θαύμα θα το βρεις, μονάχα μες στον άνθρωπο:
Λευκές εκτάσεις που ακτινοβολούν αληθινά
στο σύμπαν και υπερέχουν. Το πιο καθαρό πράγμα
λοιπόν της δημιουργίας, δεν είναι το λυκόφως,
ούτε ο ουρανός που καθρεπτίζεται μες στο ποτάμι,
ούτε ο ήλιος πάνω στης μηλιάς τα άνθη.Είναι η αγάπη.

Χαρισματικός και ταλαντούχος

¨Εφυγε¨νέος. Ήταν 49 ετών. Πρόκειται για τον αείμνηστο στιχουργό, σεναριογράφο και θεατρικό συγγραφέα Πυθαγόρα Παπαθανασίου (1930-1979). Γεννήθηκε στο Αγρίνιο το 1930. Στις μαθητικές του εργασίες στο γυμνάσιο υπέγραφε ως Πυθαγόρας. Όταν ο φιλόλογος της τάξης τον ρώτησε, γιατί δεν γράφει και το επώνυμό του, απάντησε γελώντας :
¨Ένας είναι ο Πυθαγόρας, όλοι με ξέρουν, δεν χρειάζεται το επώνυμο ¨.

Χαρισματικός και ταλαντούχος έγραψε τους στίχους τραγουδιών, που έγιναν επιτυχίες. Ποιος δεν τραγούδησε το ¨Κάθε λιμάνι και καημός¨, την ¨Κυρά Γιώργαινα¨, τον ¨Σταμούλη τον λοχία¨, τον ¨Επιπόλαιο¨και τόσα άλλα δικά του τραγούδια.

Σταθμός στην καριέρα του αποτέλεσε η συνεργασία του ,το 1972, με τον συνθέτη Απόστολο Καλδάρα , όπου μαζί έγραψαν και εμελοποίησαν έναν κύκλο τραγουδιών με γενικό τίτλο ¨Μικρά Ασία¨.

Για το παραπάνω έργο έγραψε στο ¨Βήμα¨της 31-8-1972, ο Παύλος Παλαιολόγος : ¨Μικρά Ασία¨ο τίτλος, του Καλδάρα η μουσική, του Πυθαγόρα οι στίχοι, του Νταλάρα και της Αλεξίου το τραγούδι…Δεν είναι Σεφέρηδες, Σικελιανοί, Παλαμάδες. Ούτε μουσικοί με παγκοσμιότητα που δονούν το πεντάγραμμο.

Ναι αλλά στις στροφές είμαστε εμείς, είναι ο πόνος, ο καημός, το βογκητό ενός λαού. Μαζί μ’αυτό και η βαθύτατη ανθρωπιά…Δόξες του Έθνους, μεγάλοι ποιητές, ακαδημαϊκοί και Νόμπελ σας στρώνω δάφνες για να περάσετε. Συμπαθάτε μας όμως, όταν σας λέμε ότι με τη δική σας λύρα,με τους υψηλούς φθόγγους, δε ράγισε η ψυχή της μάζας, όσο οι απλοϊκοί αυτοί στίχοι και τα λαϊκά μοτίβα , που γυρίζουν τις στροφές ενός δίσκου ¨.

Το 1975 έγραψε τους στίχους, με μουσική του Χρήστου Νικολόπουλου του θρυλικού ΄΄Υπάρχω¨με ερμηνευτή τον Στέλιο Καζαντζίδη. Μετά τον θάνατο του Πυθαγόρα, στις 13 Νοέμβρη 1979 ο Καζαντζίδης είπε για τον Πυθαγόρα : ¨…Θα ήταν ίσως πλεονασμός να μιλήσω για τον αξέχαστο Πυθαγόρα σαν στιχουργό. Ο άνθρωπος Πυθαγόρας θα μείνει πάντα στη μνήμη μου, στη θύμηση, στη καρδιά μου. Συναισθηματικός,ανιδιοτελής, καθαρός, φίλος. Μεγάλο το μέγεθος του καλλιτέχνη και του ανθρώπου, όπως μεγάλο και το κενό που άφησε ο χαμός του¨.

Πέρασαν τα χρόνια

Πέρασαν τα χρόνια και ήρθαν στα μαλλιά τα ¨χιόνια¨, που λέει ο ποιητής. Ούτε που το καταλάβαμε. Δεκαετίες ολόκληρες ¨κύλησαν¨και ¨φόρτωσαν¨στις πλάτες μας ηλικίες ασήκωτες.

Σ’αυτό το ¨πέρασμα¨της ζωής , ο καθένας τράβηξε το δρόμο του, το δικό του δρόμο. Ξεκινήσαμε από την ίδια αφετηρία. Από εκείνα τα αθώα παιδικά χρόνια, τα χρόνια της εφηβείας και μετά τα χρόνια της ενηλικίωσης και των προβληματισμών.

Τι έγιναν οι παλιοί μας φίλοι ; Με τους πιο πολλούς χωρίσαμε για πάντα. Από την παλιά παρέα έμεινε η ¨μαγιά ¨,εμείς οι τυχεροί, που δίνουμε το παρών και σήμερα πίνουμε το κρασάκι μας και λέμε τις αναμνήσεις μας.

Ο ποιητής Τάσος Αγγελίδης , στο ποίημά του ¨Οι παλιοί φίλοι΄, γράφει :
¨Κάποτε τα πράγματα φαίνονταν απλά.
Έμοιαζαν αιώνια.
Και ας γνωρίζαμε ότι ¨Τα πάντα ρει και ουδέν μένει ¨.
Νομίζαμε ότι γνωρίζαμε τον εαυτό μας και τους άλλους
κι ας είχαμε διδαχθεί το ¨Εν οίδα ότι ουδέν οίδα ¨.
Μπορεί πλέον να μη βλεπόμαστε συχνά.
Μπορεί και να ψυχραθήκαμε με ορισμένους για κάποιους λόγους.
Μπορεί να πήραμε διαφορετικούς δρόμους.
Αυτά όμως που ζήσαμε κάποτε,
εξακολουθούν να έχουν τη δική τους ζωή.
Δεν σβήνονται με τίποτα ¨.

Πόθος (Στο πατέρα μου)

Ήθελα του πατέρα μου ν’ανοίξω το μνημείο,
Να σκάψω με τα χέρια μου, να βγάλω το φορείο,
να ιδώ πως μου τον έκαμαν τόσον καιρόν εκεί πέρα
η νύχτα και τα χώματα το γέρο μου πατέρα !
Σφιχτά, σφιχτά ν’αγκαλιαστώ το σώμα του το κρύο,
στήθος με στήθος,κεφαλή με κεφαλή κ’οι δύο.

Ήθελα ν’άμουν σάβανο να ντύνω το κορμί του.
Να ήμουνα προσκέφαλο να γερν’η κεφαλή του.
Της νειότης του το όνειρο στον ύπνο του να γένω,
να ήμουνα της του ευχή, να τον ζεσταίνω.
Να ήμουν, όσα έκανε καλά οπόταν ζούσε,
κ’η προσευχή των ορφανών όπου παρηγορούσε !

Ήθελα ν’άμουν ουρανός στους κόλπους να τον έχω,
να ήμουνα παράδεισος μ’ακτίνες να τον βρέχω.
Να ήμουν σύννεφο λευκό να τονε ταξιδεύω ,
αγέρας της πρωτομαγιάς γλυκά να τον χαϊδεύω !
Νάμουν αστέρι της αυγής, να λάμπω στα μαλλιά του,
της Παναγιάς χαμόγελο ν’ανοίγω την καρδιά του !

Ήθελα νάμουνα σταυρός στον τάφο του να μένω,
νάμουν δροσούλα τ’ουρανού το χώμα του να ραίνω.
Να ήμουν δένδρο φουντωτό σκιά να του χαρίζω,
πουλάκι να του κελαϊδώ , άνθος να του μυρίζω.
Λαμπάδα εις το μνήμα του να ήμουν αναμμένη.
Να ήμουν μνήμα του εγώ, μονάχος να μη μένει !

¨Ερώτων λείψανα¨-Αχιλλέας Παράσχος

Η γη της Ελλάδος

Ξεύρεις την γην που ανθεί
φαιδρά πορτοκαλέα
και κοκκινίζει η σταφυλή
και θάλλει η ελαία ;
Ω! δεν την αγνοεί κανείς,
είναι η γη η Ελληνίς.

Ξεύρεις την γη, ήτις παντού
με αίματα εβάφη,
όπου κοιλάδες και βουνά
είναι τυράννων τάφοι;
Ω! δεν την αγνοεί κανείς,
είναι η γη η Ελληνίς.

Γη μήτηρ παλαιών θεών
και νέων ημιθέων,
γη αναμνήσεων κλεινών
και γη ελπίδων νέων.
Ω! δεν την αγνοεί κανείς,
είναι η γη η Ελληνίς .

Άγγελος Βλάχος (1838-1920)

Είδα

Είδα μια χώρα ξωτικιά στ’ανήσυχο όνειρό μου.
Ποσ’όμορφη δεν θα το πει ποτε καμιά ψυχή.
Το νου μου πήρε κι άφησα το φτωχικό χωριό μου
κι έκανα τάμα μόνο εκεί ν’αράξω μόνο εκεί.

Τρελό παιδί ξεκίνησα δεμένο με τα μάγια
του ονείρου μου, κι εγνώρισα τις χώρες του γιαλού.
Είδα τις χώρες π’άστραφταν σε κάμπους και σε πλάγια,
μα η χώρα μου, όλο πήγαινα-κι ήτανε παντ’αλλού.

Διαβάτες μ’ανταμώσανε καλοί και μου’παν: Μείνε,
είν’όμορφη η χώρα μας , καιρός ν’αράξεις πια.
Είν’όμορφη κι η χώρα σας ,διαβάτες, μα δεν είναι
εκείνη που ονειρεύτηκα και με τραβάει μακριά.

Ετσ’είναι. Σύρτε , κι άστε με να σιγοταξιδεύω
Και να περνώ μονάχος μου και κάμπους και βουνά,
Ίσως τη βρω μ’αν δε τη βρω τη χώρα που γυρεύω,
Μη μου ζητάτε αδέρφια μου, ν’αράξω πουθενά …

Λάμπρος Πορφύρας ( 1879-1932 )

Η περδικούλα

Η ευψυχία υπήρξε ένα από τα κύρια χαραχτηριστικά της Ελληνικής Φυλής. Εις τας δέλτους της ιστορίας μας είναι καταγεγραμμένα έπη δόξης, που καταμαρτυρούν του λόγου το αληθές. Μικρά χώρα η Ελλάς εξήλθε νικήτρια εις πολέμους με ανίσους αντιπάλους, χάρις εις την ευτολμίαν και αυτοθυσίαν των τέκνων της.

Η ευψυχία είναι έμφυτος αρετή του Έλληνος .Ενθυμούμαι σχετικώς, ένα περιστατικόν, από την στρατιωτικήν μου θητείαν. Η Μονάδα μου ήτο παρατεταγμένη προς επιθεώρησιν. Ο επιθεωρών στρατηγός απευθύνεται προς ορεσίβιον στρατιώτην,
Με την εξής ερώτησιν: ¨Ποίον είναι το ισχυρότερον όπλον κατά τη μάχην ; Απάντησις στρατιώτου : ¨Η…περδικούλα στρατηγέ μου ¨. Ο στρατηγός συνεκλονίσθη από την εύστοχον απάντησιν.

Πράγματι , όσην υπεροπλίαν και αν διαθέτη ο μάχιμος, αν στερήται ψυχής. φρονήματος, όλα είναι άχρηστα. Έχομεν την ¨περδικούλα μας ¨εμείς οι Έλληνες και ας λάβουν όλοι απανταχού, σοβαρώς υπ’όψιν.

Αιώνιοι ΄Ελληνες

Στο ναό του Απόλλωνα είναι σκαλισμένα τα ρητά: ¨ Γνώθι σ’αυτόν ¨.(Μεταφ.
Να γνωρίζεις τον εαυτό σου ). ¨Μηδέν άγαν ¨. (Μετάφρ.:Μη κάνεις τίποτε υπερβολικό. )

Ανήκουν στον Χίλωνα Λακεδαιμόνιο, έναν από τους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδος και νομοθέτη, που έζησε τον έκτο αιώνα π.χ.

Εμείς οι νοέλληνες τηρούμε κανένα από τα παραπάνω ρητά ; Εφαρμόζουμε στο ελάχιστο αυτές τις λαμπρές παρακαταθήκες;

Η απάντηση στο ερώτημα έρχεται από την καθημερινή επαφή με την πραγματικότητα. Ενώ γνωρίζουμε τον εαυτό μας, την ελαχιστότητά μας, με τις τόσες ατέλειες , θτσιάζουμε τα πάντα στο βωμό της προβολής και της ανάδειξης, αδιαφορούντες για το οιοδήποτε κόστος , που πολλές φορές καταλήγει σε αρνητικό δείκτη.

Είμαστε υπερβολικοί. Υπερβάλλουμε τα πάντα. Μας αρέσουν τα μεγάλα , τα πολλά. Προσέξτε τη νοικοκυρά που μεταφέρει κατάφορτο το καροτσάκι της από τη λαϊκή. Τα βραδινά ¨παράθυρα ¨των τηλεοπτικών μας σταθμών, όπου ο κάθε άσχετος φλυαρεί μέχρι βαθείας νυχτός.

Και ¨ο χορός καλά κρατεί ¨.

Είμαστε πάντα οι ίδιοι, οι ¨ αιώνιοι ΄Ελληνες ¨.

Μακροζωία και πλούτος

Μακροζωία και πλούτος. Δύο έννοιες επιθυμητές από τον κάθε άνθρωπο.
¨Χρόνια Πολλά¨είναι μια φιλοφρόνηση,που την επαναλαμβάνουμε πολλές φορές τον
χρόνο. Μια ευχή καλοδεχούμενη για όλο τον κόσμο. Όταν ένας συνάνθρωπός μας ¨πιάσει¨ πολλά χρόνια ζωής, λέμε: ¨Αυτός έζησε σαν τον Μαθουσάλα¨.

Ο Μαθουσάλας ήταν ένα βιβλικό πρόσωπο και έζησε κατά την Παλαιά Διαθήκη 969 έτη. Απέθανε ένα έτος προ του Κατακλυσμού. Αναφέρεται ως παράδειγμα μακροζωίας μεταξύ των ανθρώπων.

Όλοι αγαπάμε τα πλούτη, την άνετη ζωή, το ονειρεμένο περιβάλλον. Όταν θέλουμε να χαραχτηρίσουμε κάποιον ζάμπλουτον, τον αποκαλούμε συχνά ¨Κροίσο¨.

Κροίσος ήταν το όνομα του βασιλιά της Λυδίας, περιώνυμος για τα πλούτη του. Θεωρούσε τον εαυτό του , ως τον ευτυχέστερον των ανθρώπων. Κάποτε ο σοφός Σόλων του είπε: ¨Μηδένα προ του τέλους μακάριζε¨. Πράγματι, το τέλος του υπήρξε λίαν ατυχές.

Είναι αρκετά άραγε, με τα δύο αυτά αγαθά να ζήσει ο άνθρωπος ;Ασφαλώς όχι. Διότι προηγούνται άλλα πιο σπουδαία. Είναι η υγεία το πρώτον και κύριον. Άνευ αυτής ουδέν. Όλα είναι μάταια. Είναι η ειρήνη, η συνεργασία των λαών. Όταν έχουμε συνεχείς πολέμους, δεν γνωρίζουμε ¨τι θα ξημερώσει αύριο¨.Ακολουθούν και άλλα ¨ων ουκ έστιν αριθμός¨.

Ας το καταλάβουμε όλοι. Ας το πάρουμε απόφαση. Ένα ΄πέρασμα¨είναι η ζωή. Άλλοι το κάνουν γρήγορα,άλλοι αφού περάσουν χρόνια. Και εκείνο που μένει είναι το έργο και η φήμη του ονόματος του καθενός μας.