Κυριακή 19 Οκτωβρίου 2008

Δείγματα επίδειξης και νεοπλουτισμού

Είναι επιτυχημένος στο επάγγελμά του. Κερδίζει πολλά λεφτά. Ζει άνετα. Με το άνετο διαμέρισμά του στο ρετιρέ της πολυκατοικίας, με το παραθαλάσσιο εξοχικό του, με τα ταξίδια αναψυχής στα ελληνικά νησιά και στο εξωτερικό.

Κάποτε το τζάκι ήταν ένας από τους κύριους τρόπους θέρμανσης των σπιτιών. Το τέλος του ήρθε με τη διάδοση της χρήσης του πετρελαίου, του ηλεκτρικού ρεύματος και των συστημάτων κεντρικής θέρμανσης. Εκτοπίστηκε από τα νέα κτίρια. Ιδίως στις πόλεις, ώσπου, πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια, το επανέφερε η μόδα. Καμινάδες τζακιών ξεφύτρωσαν πλάϊ σ’εκείνες της κεντρικής θέρμανσης στις ταράτσες των καινούργιων πολυκατοικιών. Χωρίς να συμβάλει σημαντικά στη θέρμανση, έγινε απαραίτητο διακοσμητικό στοιχείο στα διαμερίσματα κάποιου ¨επιπέδου¨, προσφέροντας αίσθηση θαλπωρής στο περιβάλλον των σύγχρονων κατοικιών. Οι ¨διακοσμητικές¨φωτιές των τζακιών, έχουν αποδείξει έρευνες, ότι βλάπτουν σοβαρά των αέρα των πόλεων, προσθέτοντας μεγάλη ποσότητα ρύπων σ’εκείνους των άλλων καύσεων.

Όχημα στρατιωτικής καταγωγής, το τζιπ πέρασε στην ιδιωτική χρήση ως κατάλληλο αυτοκίνητο για δύσκολες διαδρομές. Γρήγορα όμως έγινε κι’αυτό της μόδας και το βλέπουμε να κυκλοφορεί στους μποτιλιαρισμένους δρόμους , ¨αλαζονικός βασιλιάς¨στη ζούγκλα της ασφάλτου. Ογκώδες, ενεργοβόρο, και γενναιόδωρο σε καυσαέρια, το 4χ4 είναι υποψήφιο προς αποβολήν, από τα αστικά κέντρα σε Ευρώπη και Αμερική. Σίγουρα δεν πρόκειται να είμαστε οι πρώτοι που θα το εξορίσουμε, ωστόσο οι λάτρεις του πρέπει να προετοιμαστούν ψυχολογικά.

Το τελευταίο από τα τρία αυτά σύμβολα της σύγχρονης ευμάρειας, το τζακούζι, είναι το λιγότερο τοξικό. Ευχάριστο και αναζωογονητικό, το σύστημα υδρομασάζ δεν βλάπτει κανέναν, εκτός από εκείνον που το απολαμβάνει. Οι γεμάτοι χλώριο ατμοί που εκλύονται με τη ζωηρή ανάδευση του νερού δεν είναι καθόλου ωφέλιμοι για τον λουόμενο που τους αναπνέει. Άλλη μια ¨μοδάτη¨πολυτέλεια που οδεύει στα αζήτητα.

Η υπομονή του πλανήτη μας έχει εξαντληθεί. Επιτακτική επιβάλλεται η ανάγκη να αλλαξουμε τα καταναλωτικά μας πρότυπα. ΄Οσο πιο γρήγορα, τόσο και καλύτερα.
Για να έχουμε την πολυτέλεια να επιβιώσουμε.

Πέμπτη 16 Οκτωβρίου 2008

Ταξίδι στο Βλαδιβοστόκ (Τέρμα ταξιδιού-Τέρμα ζωής)

Θερμοκρασία 60 υπό το μηδέν
Και το εισιτήριο προς το Βλαδιβοστόκ στη τσέπη.
Κι’απόξω , εξισωμένη με το άπειρον
η παγωμένη στέππη.

Δεν είμαι μόνος. Ένας άνθρωπος παράξενος αντίκρυ μου,
Μου εξάπτει το ενδιαφέρον σε σημείον μέγα.
Κι ενόσω τούχα δώσει σημασίαν ¨΄αλφα¨στην αρχή,
τώρα, δεν ξέρω πως, λαμβάνει σημασίαν ¨ωμέγα¨.

Και το εισιτήριο προς το Βλαδιβοστόκ στη τσέπη μου.
Α! Το Βλαδιβοστόκ ! Ω ! Ας ήτανε ποτέ να μην υπήρχε εδώ
κάτω. Κι όμως ειν’ο σκοπός του ταξιδιού μου άλλοίμονο,
το τέρμα…που δεν έχει παρακάτω.

Κι όμως το νοσταλγούσα κάποτε το τέρμα αυτό.
Μα τώρα…Τώρα τίποτα. Μονάχα η παγωμένη γύρω στέππη,
κι’ο αμίλητος κι’ακίνητος συνταξιδιώτης μου
που, σαν μετουσιωμένο σύμβολο με βλέπει.

Κι όσο και πάει…σιμώνει στο Βλαδιβοστόκ.
Και τότε …τι θα γίνει ; θα ξαναγυρίσω πάλε ;
Δεν το πιστεύω. Μα θαρρώ της φάρσας ή του δράματος,
πως πλησιάζει οσονούπω το ¨φινάλε¨.

Ωραίο πιστόλι ετούτο μα την πίστη μου
κι ειν’εντελώς καινούργιο και γεμάτο,
κι όπου και νάναι θα φανεί και το Βλαδιβοστόκ,
το τέρμα …που δεν έχει παρακάτω ¨.

Ορέστης Λάσκος (1908-1992), ποιητής, σκηνοθέτης.

Θλιβερές διαπιστώσεις

¨Το Λακωνίζειν εστί φιλοσοφείν¨, έλεγαν οι αρχαίοι ημών πρόγονοι, ή όπως λέει ο λαός μας ¨τα πολλά λόγια είναι φτώχεια¨. Και εγώ σεβόμενος την παράκλησή σας θα είμαι σύντομος.

Ο Ιουλιανός, αυτοκράτωρ του Βυζαντίου, ο επονομαζόμενος Παραβάτης (332-363 μ.χ), θέλησε να μεταφέρει τη θρησκεία του Δωδεκάθεου, ενώ σε όλη την επικράτειά του επικρατούσε ο Χριστιανισμός. Τελικά το εγχείρημα του Ιουλιανού ήταν καταδικασμένο σε αποτυχία ,μολονότι και ναοί, εθνικοί ανοικοδομήθηκαν και αγώνες στους Δελφούς τελέστηκαν και πολλά υπέρ της αρχαίας θρησκείας μελετήθηκαν και εκτελέστηκαν.Την αποτυχίαν του εγχειρήματος πρόβλεψε και το Μαντείο των Δελφών,του οποίου ζήτησε τον χρησμόν, αποστέλλοντας αντιπροσώπους.Η Πυθία σοφή ούσα και ρεαλίστρια, απάντησε ως εξής :

¨Είπατε τω Βασιλεί: Χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά! Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην, ου μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλέουσαν. Απέσβετο και λάλον ύδωρ¨.

Ελεύθερη μετάφραση: ¨Στο Βασιλιά να πείτε :Η όμορφη γραμμή γκρεμίστηκε και ούτε έχει ο Φοίβος (Απόλλωνας) πια ναό για δάφνη μαντική. Την τραγουδίστρια τη πηγή δεν θα την ξαναβρείτε και το νερό,που μίλαγε , χάθηκε πια από κει ¨.

Εμείς τώρα με επιστήμονες πολλούς και καλούς, επιστήμονες διεθνούς ακτινοβολίας, δεν έχουμε το μυαλό της Πυθίας. Δεν καταλάβαμε ότι ο κόσμος έχει αλλάξει.Τα εκπαιδευτικά και οικονομικά κριτήρια έχουν άλλη ρότα. Εμείς δεν πρέπει να αλλάξουμε ρότα και να προηγηθούμε αυτών ;

Ο σοφός προηγείται της εποχής του. Ο έξυπνος την ακολουθεί σε όλες τις στράτες. Ο εξυπνάκιας την εκμεταλλεύται με κάθε τρόπο. Ο ηλίθιος της βάζει προσκόμματα.

Εμείς σε πια κατηγορία ανήκουμε;

Φέρνει τους ανθρώπους ¨πιο κοντά¨

Ο χρήστης του Διαδικτύου είναι ένας ΄παγκόσμιος πολίτης¨. Το internet, είναι ένα ¨παγκόσμιο βιβλίο¨,που ¨ανοίγουμε¨κάθε μέρα και έχομε ¨΄ολο τον κόσμο¨μέσα στο σπίτι μας.

Μας ποσφέρει τα πάντα. Ενημέρωση, μόρφωση, ψυχαγωγία, μουσική και το κυριότερο, μας κρατά συντροφιά όλες τις ώρες του εικοσιτετραώρου. Είναι ο πιστός φίλος, που ποτέ δεν θα σε προδώσει

Οι υπηρεσίες του Διαδικτύου έχουν ¨μπει¨ στις καθημερινές δραστηριότητες του πολίτη. Τον βοηθούν και τον συντονίζουν στο έργο του. Χωρίς υπολογιστή, δεν νοείται σήμερα, επιχειρηματίας, επιστήμονας, φοιτητής , σπουδαστής και λοιποί φορείς της καθημερινότητας. Με το αρχείο και τις βάσεις δεδομένων, που διαθέτει, τον απαλλάσσει αφ’ενός μεν από εκείνο το φρικτό χαρτοβασίλειο των βιβλίων και εγγράφων, που παλαιότερα χρησιμοποιούσε και αφ’ετέρου με την ταχύτητα της λειτουργίας του, δίνει λύσεις και αποτελέσματα σε ελάχιστο χρόνο. Αυτό που λέμε απλά ¨οικονομία χρόνου¨, το έχομε, όταν χρησιμοποιούμε τις υπηρεσίες του Διαδικτύου.

Μέσα σε ελάχιστα λεπτά χθες, επικοινώνησα με δύο καλούς φίλους,που βρίσκονται χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Ο ένας στο Νέο Δελχί της Ινδίας και ο άλλος στο Λονδίνο. Με τα ζεστά και ολόφρεσκα μηνύματα που ανταλλάξαμε, ήταν τόσο κοντά, σαν να ήταν δίπλα μου. Αυτή είναι η μαγεία του internet . Φέρνει τους ανθρώπους ¨πιο κοντά¨. Όσο για τους μοναχικούς είναι ο καλύτερος σύντροφος. ΄Εχουν κοντά τους μια συντροφιά, ό,τι ώρα την ζητήσουν.

Ζούμε σε μια εποχή της επανάστασης των υπολογιστών. Οι υπολογιστές εξαπλώθηκαν πολύ γρήγορα, διείσδυσαν παντού και αποτελούν θεμελιώδη παράγοντα στην οικονομική και κοινωνική ζωή.

Διαγράφει, εκμηδενίζει, οικτίρει

Είναι να απορεί κανείς. Καλά υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι ¨την σήμερον ημέραν ;¨.
Το διάβασα και δεν το πιστεύω ακόμη. Με επιστολή του στην ¨Καθημερινή¨της 10-10-2008, ένας αναγνώστης περιγράφει στον δημοσιογράφο Αντώνη Καρκαγιάννη το κάτωθι περιστατικό :

¨Μέσα από τον ορυμαγδό και τον κουρνιαχτό της επικρατούσας αποδόμησης που βιώνουμε, μου προέκυψε επεισόδιο ανέλπιστο και γι’αυτό αξιοσημείωτο.

Ζήτησα από ειδικό κατάστημα να μου στείλει έναν τεχνίτη για την εγκατάσταση τηλεοπτικής συσκευής. Πράγματι ήλθε ο κ Σπύρος. Κατόπτευσε τον χώρο, εκτίμησε την κατάσταση και όταν τον ρώτησα τι θα κοστήσει , μου είπε σαράντα (40) Ευρώ. Έπειτα από δύο μέρες ήλθε ο κ Σπύρος με τα εργαλεία του και τα απαιτούμενα υλικά. Με πολλή επιμέλεια και επιδεξιότητα έκανε τη δουλειά του και επί πλέον ρύθμισε τα κανάλια.

Ευχαριστώντας τον, του πρόσφερα τα δύο χαρτονομίσματα των 20 Ευρώ. Άνοιξε το πορτοφόλι του και αντί τα βάλει μέσα . έβγαλε και μου πρόσφερε χαρτονόμισμα των 10 Ευρώ . ¨Τι είναι αυτό ;¨του λέω,¨σαράντα δεν είπατε;¨. ¨Ναι¨μου λέει, ¨αλλά χρησιμοποίησα υλικά λιγότερα από ό,τι είχα υπολογίσει !!! Έμεινα άναυδος!!! Παρά τις φορτικές παρακλήσεις μου ο κ Σπύρος δεν δέχθηκε να πάρει το δεκάρικο ούτε ως δώρο!. Ζήτησα να μάθω τι ήταν αυτός ο ανατρεπτικός πραγματικά επαναστατικός άνθρωπος, που ήταν μπροστά μου. Ήταν μικροσυνταξιούχος του ΙΚΑ, εβδομήντα έξι ετών. Παιδί πολύτεκνης οικογένειας. Δούλευε από μικρός. Κάποτε δούλευε συνέχεια δεκαοκτώ ώρες, για να αγοράσει ένα φόρεμα, δώρο στην αδελφή του, για τον γάμο της. Οι εργοδότες του, όχι μόνον δεν του έβαζαν τα ένσημα , που έπρεπε, αλλά όταν ζήτησε τη σύνταξή του, ανακάλυψε ότι του έβαλαν λιγότερα από ό,τι του έλεγαν.

Ο αξιότιμος κ Σπύρος, ο ¨μικρός ο μέγας¨,με τη στάση του,μιας ολόκληρης ζωής, διαγράφει, εκμηδενίζει,οικτίρει όλους εκείνους τους όφσορους νομικιστές, ¨ηθικό είναι το νόμιμο¨-όλους εκείνους τους του όψιμους σοφιστές-¨ο θάνατος της ηθικής¨-όλα αυτά τα απόβλητα,που τις πρόσφατες δεκαετίες μας κατέκλυσαν.

Ένας άνθρωπος …

Ένας άνθρωπος, όπως όλοι οι άλλοι ήταν ο Ρομπέν των Δασών –και ίσως και κάτι παραπάνω,αφού ήταν κόμης του Λόκσλι-προτού αποφασίσει να γίνει παράνομος. Είχε κάνει λημέρι του το δάσος του Σέργουντ κι έκλεβε τους πλουσίους για να δίνει στους φτωχούς, που στέναζαν κάτω από τη βαριά φορολογία του Σερίφη του Νότιγχαμ.

΄Ενας άνθρωπος, σαν όλους τους άλλους ήταν ο Μπένενκτικ Χάνγκοκ-και ίσως και κάτι παραπάνω, αφού ήταν τραπεζικό στέλεχος-προτού αποφασίσει να τεθεί στην υπηρεσία των φτωχών. Είχε κάνει λημέρι του την τράπεζά του κι έκλεβε εκατομμύρια στερλίνες από τους λογαριασμούς των πλουσίων πελατών της, για να τα δίνει στους φτωχούς. Τώρα δεν είναι παρά ένας κατάδικος.

΄Ενας άλλος σύγχρονος Ρομπέν, Ισπανός αυτός, παραμένει ασύλληπτος. Ο ΄Ενρικ Ντουράν κατάφερε να ξεγελάσει 39 τράπεζες και να αποσπάσει δάνεια 710.000 ευρώ, τα οποία μοίρασε σε φιλανθρωπικές οργανώσεις. «Υπάρχει καλύτερο πράγμα από το να ληστεύεις αυτούς που μας ληστεύουν και να μοιράζεις τα λεφτά σε εκείνους που αντιστέκονται σε αυτή τη κατάσταση ;»,λέει ο καταζητούμενος Ρομπέν των τραπεζών.

ΤΑ ΝΕΑ-(Δρόμοι), Ρούσσος Βρανάς, 22-9-2008.

Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2008

Χαρίλαος Τρικούπης

Την 30-3-1896 απεβίωσε στις Κάννες της Γαλλίας ο μεγάλος Έλληνας πολιτικός Χαρίλαος Τρικούπης(1832-1896).

Σε νεκρολογία που δημοσίευσε η ¨Ακρόπολις¨, ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης γράφει για τον πρώην Πρωθυπουργό της Ελλάδος ¨.

¨Ακόμη αδυνατώ να συνοικειωθώ προς την ιδέαν, ότι ο Χαρίλαος Τρικούπης δεν υπάρχει πλέον εν τοις ζώσιν, ότι ο κολοσσός ούτος της πολιτικής κείται νεκρός. Εξακολουθώ να τον φαντάζομαι πάντα ζώντα. Ο Τρικούπης εργαζόμενος, ο Τρικούπης μελετών και παρασκευαζόμενος δια τας εν τη Βουλή συζητήσεις, ήτο τι άξιον θαυμασμού. Ουδείς Έλλην ηδυνήθη να συστηματοποιήση την εργασίαν του και τας μελέτας του τόσον τελείως όσον αυτός. ΄Ητο αυτή η τάξις προσωποποιουμένη. Όλα τα έγγραφα , όλα τα έντυπα, όλα τα στοιχεία, τα απαιτούμενα δια την εργασίαν του ήσαν κατατεταγμένα με τόσην τάξιν, ώστε ουδέ δευτερόλεπτον έχανεν εις αναζήτησιν παντός ό,τι τω εχρειάζετο. Αλλ’ ούτε συνεσώρευε ποτέ επί του γραφείου του όγκους εγγράφων ατάκτως ερριμμένων. ΄Ο,τι ήθελε το εύρισκε πάραυτα. Ήνειγε ωρισμένον συρτάριον , ωρισμένον φάκελλον και τα ελάμβανε άνευ της ελαχίστης χρονοτριβής. Και είχεν τόσας χιλιάδας εγγράφων εκεί μέσα εις τα συρτάρια του ! Αλλά το σπουδαιότερον είναι ότι ήξευρε τι έπρεπε να μελετήση και πως.Πράγμα ουχί εύκολον.

¨Όταν κατήρτιζε εν νομοσχέδιον ή προπαρασκεύαζεν αγόρευσιν, την επί οιουδήποτε αντικειμένου, δεν ηρκείτο μόνον εις την συγκέντρωσιν και την μελέτην των επιχειρημάτων, δι’ων ηδύνατο να τους αντικρούση . Ούτως ο Χ,Τρικούπης προπαρεσκεύαζεν όχι μίαν ,αλλά τρεις αγορεύσεις επι του αυτού θέματος. Μίαν την ιδικήν, μίαν την αντίθετον της ιδικής του, και τρίτην την αναιρούσαν ταύτην. Ούτω δε τεθωρακισμένος ήρχετο εις την Βουλήν και απεκδύετο εις την συζήτησιν με δύναμιν ακαταγώνιστον,με δύναμιν εκπλήττουσαν τους αντιθέτους. Αφού πρώτον ηγόρευεν αυτός, ήκουεν κατόπιν μεθ’ υπομονής και εν σιγή τας αγορεύσεις των αντιθέτων , χωρίς ποτέ να κρατήση καμμίαν σημείωσιν, Πολλάκις τους ήκουε υπομειδιών. ΄Ελεγες, ότι τουςυπέβαλεν εις εξετάσεις, ότι ήσαν μαθηταί απαγγέλοντες μάθημα ενώπιον του διδασκάλου. Και όταν αυτοί ετελείωναν , χωρίς να έχει καμμίαν σημείωσιν υπ’ όψιν του ανεπήδα επι το βήμα και ανήρη εκ του προχείρου πάντας αλληλαδιαδόχως, χωρίς ν’αφίση το ελάχιστον επιχείρημα άνευ απαντήσεως.΄Ητο αληθής γίγας εν τη κοινοβουλευτική παλαίστρα.

Ο Χαρίλαος Τρικούπης ου μόνον πολλά ανεγίνωσκεν,αλλά,όπερ σπουδαιότερον,και συνεκράτει, εις την μνήμην του τα πάντα. Το μνημονικό του ήτο ευρύτατον. Εν τούτοις ο ίδιος ήτο αντιθέτου γνώμης. ΄Ελεγε πάντοτε ότι το μνημονικόν του δεν ηδύνατο να συγκριθή προς το του πατρός του. ΄Οσον σύνοφρυς και βαρύς εφαίνετο εις τους μακρόθεν βλέποντας αυτόν, τόσον χαρίεις και ομιλητικός,τόσον φαιδρός και ευφυολόγος ήτο κατ’ιδίαν. Μετά των σοφών ήτο σοφός, μετά των σπουδαίων σπουδαίος, μετά των ελαφρών ελαφρός,μετά των πολιτευομένων ωμίλει περί πολιτικών, μετά των φιλολόγων περί φιλολογίας, μετά των μαθηματικών περί μαθηματικών, μετά χημικών περί χημείας, μετά των αρχαιολόγων περί αρχαιολογίας, και εν πάσι τούτοις εθαυμάζετο δια τας μεγάλας γνώσεις του. Οι χρηματισταί τον εύρισκον εξ ίσου δυνατόν εις τα χρηματιστηριακά ,οι καλλιτέχναι ήκουον παρ’αυτού περί καλλιτεχνίας τόσα όσα ουδ’αυτοί εγνώριζον, και οι φίλοι των ελαφρών μυθιστορημάτων εμάνθανον μετ’εκπλήξεώς των, ότι ο υπό τοσούτων δυσκολιών βεβαρυμένος Πρωθυπουργός εγίνωσκε περί των τελευταίων έργων του Δωδέ και του Ζολά όσα και αυτοί, αν μη πλείονα. Εν γένει δε εδείκνυε θαυμασίαν ενημερότητα εις όλα. Αι γυναίκες εξεπλήσσοντο εξ ίσου, ακούουσαι του σοβαρού πολιτευτού , του απερροφημένου εις τας οικονομολογικάς μελέτας, ν α ταις ομιλή περί των τελευταίων συρμών μετ’ακριβείας και παρατηρητικότητος θαυμαστής.

Τίποτε αληθώς δεν τω διέφευγε.Εύρισκεν καιρό δι’ όλα! Αι πολλαί και ποικίλαι σοβαραί εργασίαι του δεν τον απέτρεπον ποσώς από του να παρακολουθή τα πάντα και να είναι ενήμερος και εις αυτά έτι τα παραμικρότερα και ελαχίστης σημασίας πράγματα, α διαφεύγουσι συνήθως την προσοχήν πολλών άλλων, εχόντων πολύ ολιγωτέραν του Τρικούπη εργασίαν. Αλλά και προς τους κομψευομένους νεανίσκους ήξευρε να ομιλή περί της ενδυμασίας των και περί του λαιμοδέτου των και περί της χωρίστρας των. ΄Οσον και αν συλλογίζωμαι , δεν κατορθώνω να εύρω κανέν μειονέκτημα, κανέν ελάττωμα, καμμίαν ατέλειαν εις τον έκτακτον αληθώς και υπέροχον άνδρα. Η Ελλάς επί μακρότατον χρόνον θα αισθανθή την έλλειψίν του.

Ο Τρικούπης είχε τούτο το εξαιρετικόν, ότι ενώ οι πλείστοι των μεγάλων ανδρών φαίνονται μεγαλείτεροι μακρόθεν και μικρότεροι εκ του σύνεγγυς, αυτός όσον εγγύτερον παρετηρείτο, τοσούτον μεγαλείτερος εφαίνετο. Φευ ! Πως εχάθη ο γίγας ούτος, και πως έπεσεν δυνατός σώζων τον Ισραήλ; Πως κατεβλήθη εις έδαφος η δρυς γιγαντόσωμος, ης η κορυφή υπερείχεν όλων των δένδρων του δάσουςκαι ης οι κλάδοι παρείχον σκιάν και καταφύγιον εις χιλιάδας ανδρών; Πως εντός μιας εβδομάδος ανηρπάγη αφ’ημών ανήρ ,όμοιον του οποίου προ πολλών αιώνων δεν είχε παραγάγει η Ελλάς ; Αίλινά μοι στοναχείτε νάπαι και Δώριον ύδωρ ¨.

Κυριακή 12 Οκτωβρίου 2008

Χατζηδακιάς

Ο ποιητής Νίκος Γκάτσος, σε κάποιες ξεχωριστές στιγμές έμπνευσης και
δημιουργίας, έγραψε ένα ποίημα-αφιέρωση, για τον συνθέτη και φίλο του , Μάνο Χατζηδάκι.Τίτλος: ¨Χατζηδακιάς¨.

¨Καλήν εσπέραν άρχοντες κι αν είναι ορισμός σας,
του Χατζηδάκι βάσανα θα πω στ’αρχοντικό σας.
Με του Μαγιού τις ευωδιές, του φθινοπώρου τα’άνθη,
γεννήθηκε, μεγάλωσε και σπούδασε στην Ξάνθη.
Η μάνα του Πολίτισσα, ο κύρης του απ’την Κρήτη,
τον Καζαμία διάβαζε και τον Ονειροκρίτη.
Από μικρός τα γράμματα του φέρναν αηδία,
τη μουσική αγάπησε μα όχι τα ωδεία.
Κι αντί να φύγει σ’άλλη γη να πάει σ’άλλα κράτη,
την Αττική προτίμησε και τ’όμορφο Παγκράτι.
Κι αντί σαν όλα τα παιδιά να βγει κι αυτός στο πάρκο,
τους οικοδόμους άκουγε που τραγουδούσαν Μάρκο.
Καλήν εσπέραν άρχοντες κι ακούστε παρακάτω ,
πως άλλοι βγαίνουν στον αφρό κι άλλοι κολλάν στον πάτο.
Με τα χειρόγραφα σωρό, τις μελωδίες μάτσο,
βρήκε έναν τύπο βλοσυρό, που τον ελέγαν Γκάτσο.
Κάτσανε κάτω και μαζί πολλά τραγούδια γράψαν,
που τα πουλιά σωπάσανε και τα αηδόνια κλάψαν ¨.

Όχι δεν είμαι λυπημένη

Η γνωστή ποιήτρια και ακαδημαϊκός Κική Δημουλά σε συνεντεύξη της σε εφημερίδα της Αθήνας , απάντησε, μεταξύ άλλων, στην ερώτηση: ¨Είναι χρήσιμη η ποίηση σήμερα ;¨Απάντηση : ¨Πιστεύω ότι η ποίηση βοηθά , όσο το κερί που ανάβουμε σ’ένα έρημο, καταργημένο ξωκλήσι, με φευγάτους όλους τους Αγίους. Ωφελεί όσους την αγαπούν , επειδή βρίσκουν εντός της, μικρά κομματάκια από σκισμένες φωτογραφίες του ψυχισμού τους. Περισσότερο και πιο σωστά ωφελεί εκείνους που πιστεύουν στη μαγεία της. Η ποίηση ωφελεί όσο μια παυσίπονη σταγόνα σε ένα ωκεανό λύπης.Δεν είναι λίγο¨.

Ας πάρουμε μια γεύση από την ποίηση της Δημουλά , διαβάζοντας ένα μέρος από το ποίημά της ¨Πέρασα¨ :

¨Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.
Υπήρξα περίεργη και μελετηρή.
Ξέρω από όλα . Λίγο απ’όλα.
Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων,
μ΄ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.

...Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Ταξίδεψα μάλιστα. Πήγα κι από δω, πήγα κι από εκεί.
Πάντα έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από εδώ, έχασα κι από εκεί.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
Κι από την απροσεξία μου.
Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος .Πες πως το πήρα .
Φοβήθηκα τη μοναξιά και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν απ’το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μια ηλιαχτίδα κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες ορθόδοξης ερημιάς.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.Έπιασα τη φωτιά και σιγοκάηκα

Και δεν μού’λειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα. Η χάση μου πάνω από θαλασσες κι από μάτια , σκοτεινή, με ακόνισε.
΄Όχι δεν είμαι λυπημένη.΄Οσο μπόρεσα έφερα αντίσταση σ’αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα το νερό στα ξεροπόταμα και παρασύρθηκα .
Όχι δεν είμαι λυπημενη.
Σε σωστή ώρα νυχτώνει ¨.

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2008

Ο φωτογράφος Δημήτρης Λέτσιος

Στις 16 Ιανουαρίου 2008,είχαμε μια σημαντική απώλεια,για το Βόλο,με το θάνατο του Δημήτρη Λέτσιου, ο οποίος έφυγε από τη ζωή πλήρης ημερών(1910-2008}, αλλά διατηρώντας πλήρη διαύγεια πνεύματος. Ο ίδιος άφησε πίσω του έργο ιδιαίτερα σημαντικό με το οποίο σημάδεψε την εποχή μας,αποθανατίζοντας με το φακό της φωτογραφικής του μηχανής στιγμές και καταστάσεις του 20ου αιώνα,προσωπα και πράγματα της περιοχής μας. Ο ίδιος πρόλαβε και γνωρίστηκε με πρόσωπα σημαντικά , όπως τον Θεόφιλο και τον Λουντέμη, που επηρέασαντην καλλιτεχνική του προσφορά. Μια προσφορά για την οποία η Βουλή των Ελλήνων τον τίμησε μαζί με άλλους τρεις μεγάλους φωτογράφους μας: το Σπύρο Μελετζή, τον Κώστα Μπαλάφα και τον Τάκη Τλούπα.

Η τέχνη του Λέτσιου τον έκανε γνωστό σε όλη την Ελλάδα, γι αυτό το Μουσείο φωτογραφίας Θεσσαλονίκης ανέλαβε να ψηφοποιήσει το πλούσιο φωτογραφικό του αρχείο για το σώσει, με την προϋπόθεση, ότι τα έργα του θα επιστρέψουν στο Βόλο, όταν βρεθεί χώρος κατάλληλος να τα φιλοξενήσει.

Ο συγγραφέας Γιάννης Μουγογιάννης έγραψε, μεταξύ άλλων, στο περιοδικό ¨Μαγνησία¨, για τον Δημήτρη Λέτσιο : ¨Ύστερα από τον Κίτσο Μακρή, τη Νίτσα Κολιού,το Μένιο Μουρτζόπουλο, το Νίικο Κολοβό και τον Παναγιώτη Κατσιρέλο , έφυγε στις 17 του Γενάρη του 2008, κι ένας ακόμη εραστής της Τέχνης, ο Δημήτρης Λέτσιος, ο άνθρωπος με το σακούλι και τις μηχανές στον ώμο, που τριγύριζε παντού και αποθανάτιζε το παρόν που σε λίγο θα γινόταν μνήμη, Ολόκληρη η μεταπολεμική γενιά του πνευματικού Βόλου μας εγκατέλειψε, αφήνοντας σημαντικό έργο και παρακαταθήκες ποιότητας και ήθους. Μακάρι και οι επίγονοι ν’ακολουθήσουν το παράδειγμά τους, μακριά από ψευδαισθήσεις ταχείας ανάδειξης και υπεροπτικής στάσης ζωής.

Ο Δημήτρης Λέτσιος, ο τελευταίος στη σειρά των απωλειών, γεννήθηκε το 1910 και μέχρι το θάνατό του, κατοικούσε επίμονα στο Βόλο, το ορμητήριο αυτό αλλά και το καταφύγιο των καλλιτεχνικών του αναζητήσεων. Φέτος συμπλήρωσε εβδομήντα χρόνια παρουσίας του στο φωτογραφικό στίβο. Μια διαδρομή ασίγαστου πάθους και ανειρήνευτης ανάδειξης των πηγών της ιστορίας μας ,των ηθών και των εθίμων του λαού μας και των εκφάνσεων του πολιτιστικού του βίου. Κι’όλα αυτά διά μέσου των δυνατοτήτων που του παρείχε ο φωτογραφικός φακός.

Με τη φωτογραφία ασχολήθηκε ανελλιπώς από το 1937 , οπότε άρχισαν να τον κυριεύουν τα πρώτα ερεθίσματα από τον περιβάλλοντα χώρο. Άσκησε τη φωτογραφική τέχνη ερασιτεχνικά, το επάγγελμά του αρτοποιός, αυτομορφώθηκε γύρω από τις τεχνικές και αισθητικές δυνατότητές της και απόχτησε τις απαραίτητες εμπειρίες , ώστε η κάθε φωτογραφική λήψη να διαθέτει τις αρετές της αισθητικής πληρότητας.

Η οδοιπορία του Δημήτρη Λέτσιου στην ελληνική φύση, η αποτύπωση των εξάρσεών της, η καταγραφή των ηθών και εθίμων και η λαογραφική αντιμετώπιση της φωτογραφικής του θεματολογίας , υπήρξαν για τον ίδιο πράξεις ήμερου εξαγνισμού. Το ανυπολόγιστης αξίας αρχείο του, με πάνω από πενήντα χιλιάδες φωτογραφίες το δώρισε στο Μουσείο Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, όπου θα τακτοποιηθεί και θα αξιοποιηθεί. ¨.

Το πρότυπον της ανιδιοτέλειας

Διάβασα το ρεπορτάζ της Εφημερίδας ¨ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ¨ Τετάρτη 1-10-2008 με θέμα ¨Τιμήθηκαν οι Εθνικοί Ευεργέτες¨. Ο λόγος της φιλολόγου κ Αναστασίας Πάκα, μεστός,διδακτικός και πατριωτικός.

Με το σημείωμα τούτο σπεύδω να αναφερθώ σε έναν επίσης Εθνικό Ευεργέτη, που παρελείφθη από την σεβαστή ομιλήτρια. Πρόκειται για τον Ιωάννην Μπάγκαν ή Πάγκαν ,ο οποίος υπήρξε πρότυπον ανιδιοτέλειας .Για τον Ιωάννην Μπάγκαν ο κ Κώστας Χατζιώτης, συγγραφέας-οικονομολόγος γράφει:

¨΄Ολοι οι Εθνικοί Ευεργέτες είναι αναμφίβολα άξιοι της εθνικής ευγνωμοσύνης. Υπάρχουν ,όμως.,και κάποιοι από αυτούς, που προκαλούν πραγματικό δέος με την απέραντη μεγαλωσύνη της ψυχής τους και την παθιασμένη λατρεία τους προς την πατρίδα.

Ένας τέτοιος εθνικός ευεργέτης είναι και ο Ιωάννης Μπάγκας ή Πάγκας. Δεν είναι τόσο το μέγεθος της δωρεάς που αναδεικνύει τον Μπάγκα σε έναν από τους κορυφαίους εθνικούς ευεργέτες. Υπήρξαν,άλλοι,που προσέφεραν περισσότερα.Εκείνο που κάνει τον Πάγκα να ξεχωρίζει , είναι ο τρόπος και ο χρόνος , που προέκρινε να προβή στην εθνική χειρονομία της προσφοράς της περιουσίας του.

Γεννήθηκε το 1814 στην Κορυτσά της Β. Ηπείρου και ξενιτεύθηκε σε ηλικία δεκαεννέα ετών . Αρχικά εγκαταστάθηκε στη Θήβα και τη Χαλκίδα. Σύντομα , όμως, αναζήτησε καλύτερη τύχη στο Κάϊρο και τέλος στη Ρουμανία.

Σε μεγάλη πια ηλικία ήλθε και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, αφού με την εργατικότητα και τις ικανότητες που είχε , απέκτησε μεγάλην περιουσίαν. Έκτισε το επιβλητικό μέγαρο στη γωνία της πλατείας Ομονοίας και οδού Αθηνάς, που στα μετέπειτα χρόνια έγινε γνωστό ως ξενοδοχείο ¨Μέγας Αλέξανδρος¨,άλλ’αντί να περιοριστεί σε μια στείρα απόλαυση της ζωής, που ασφαλώς του επέτρεπε η μεγάλη περιουσία του, αποφάσισε να γίνει Εθνικός Ευεργέτης: με συμβολαιογραφική πράξη που συνέταξε την 16ην Αυγούστου 1889,εδώρισε τα πάντα στο Ελληνικό Δημόσιο, κρατώντας μόλις 500 δραχμάς τον μήνα προς συντήρησή του ! Και χρειάστηκε πολλή επιμονή από μέρους του τότε Υπουργού των Εξωτερικών Στεφάνου Δραγούμη για να πεισθεί ο μεγάλος αυτός πατριώτης να αυξηθεί το ποσόν της αποζημιώσεως σε 1000 δραχμές!

Το πιο εντυπωσιακό είναι πως ο Ιωάννης Πάγκας διέθεσε την περιουσία του στην πατρίδα όχι με διαθήκη ,δηλαδή μετά τον θάνατόν του ,αλλά εν όσω ήταν ακόμη εν ζωή. Και εξηγόντας την πράξη του αυτή ,έγραφε στην συμβολική πράξη εκχωρήσεως, που σημειοτέον από την πλευρά του Δημοσίου αποδέχθηκε αυτοπροσώπως ο Πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης, ότι:

«αναλογιζόμενος το πρόσκαιρον του βίου και μάλιστα το προκεχωρηκός της ηλικίας αυτού και επιθυμών να χρησιμοποιήσει από τούδε υπέρ κοινωφελών τω Έθνει έργων την περιουσίαν αυτού,όπως και ζων έτι ίδη τους καρπούς της τοιαύτης διαθέσεως, δωρείται αιτία θανάτου και δωρεάν αμετάκλητον τω Ελληνικώ Έθνει και τω Ελληνικώ Δημοσίω την ακίνητον αυτού περιουσίαν…».

Αυτοί οι γεμάτοι ευωδία και πατριωτική έξαρση λόγοι θα έπρεπε να υπάρχουν σε όλα τα μαθητικά αναγνωσματάρια , για να φρονηματίζουν τα ελληνόπουλα. Αντ’αυτού ο Μπάγκας ούτε μνημονεύεται στα εγκυκλοπαιδικά λεξικά.

Ο Ιωάννης Μπάγκας εδώρισε στο Ελληνικό Κράτοςτην επί της πλατείας Ομονοίας οικίαν του ,έργο του Τσίλλερ,και ένα επιβλητικό μέγαρο.πάλι στην Ομόνοια.που έγινε ξενοδοχείο,το γνωστό μας ¨Μπάγκειον¨.

Συγγραφέας Παναγιώτης Κατσιρέλος

Συμπληρώθηκε τον περασμένο Μάρτιο ένας χρόνος , από τη μέρα που ¨ έφυγε ¨για το ¨αιώνιο ταξίδι ¨ ,10-3-2007, ο λογοτέχνης Παναγιώτης Κατσιρέλος (1915-2007).

Ήταν η ¨σημαία ¨της Νέας Ιωνίας Μαγνησίας, ο ¨πατέρας¨της προσφυγιάς, το σημείο αναφοράς του τόπου μας ο Παναγιώτης Κατσιρέλος.

Δεν υπάρχουν λόγια, οι λέξεις ¨φτωχές¨ να περιγράψω τον σεμνό και ακέραιο άνθρωπο, που έχασε ο τόπος,που απώλεσαν τα Ελληνικά Γράμματα.

Με αγαπούσε με την αμοιβαία φιλία και εκτίμηση που τρέφαμε ο ένας έναντι του άλλου. Στη δεκαετία του 80, πολλές φορές στην επιστροφή του, μετά τη βόλτα του στο σιδηροδρομικό σταθμό Βόλου, περνούσε από το πατρικό μου σπίτι της οδού Αδριανουπόλεως της Νέας Ιωνίας, όπου με τον συνομήλικό και συμπατριώτη του Σμυρνιό πατέρα μου, τα λέγανε. Και είχαν πολλά τα πουν για τις ¨αλησμόνητες πατρίδες¨.

Ένα μεσημέρι βρέθηκα τυχαία στην παρέα τους. Ήταν πολύ χαρούμενος ο Κυρ-Παναγίωτης. Στη χθεσινή ¨Εστία¨της Αθήνας, ο αχισυντάκτης Χρήστος Αγγελομάτης είχε γράψει κολακευτικά σχόλια για τον λογοτέχνη Κατσιρέλο και το έργο του.

Αλησμόνητε και αξεπέραστε δάσκαλε. Από τα 13 βιβλία που έγραψες,πήρα στα χέρια μου εκείνο με την προσωπική σου αφιέρωση, που έχει τίτλο ¨Ο κλητήρας¨. Από
τα 5 διηγήματα του βιβλίου διάλεξα ¨Τον σταθμό των τρένων¨, απόσπασμα του οποίου και παραθέτω:

¨…η Αφεντιά μου, λοιπόν , παίρνει τους δρόμους συνήθως πρωί, βρέχει-χιονίσει, έχει λιακάδα ,με όποιον καιρό,σε μια καθημερινή βόλτα κούρασης.Σα νάναι ας πούμε, ¨χρέος¨της αυτό, ή το έκανε ¨χρέος ¨της. Που πάω;Μα που αλλού; Σερνάμενος τελευταία, κατηφορίζω για το Σταθμό των τρένων. Είμαι τακτικός σ’αυτόν. Γιατί;Τι γιατί ; Είναι ωραία εκεί !Το καλοκαίρι, είναι θαύμα με τα δέντρα στη δροσιά τους, το χειμώνα ζεστασιά με το καλολιφέρ, καθισμένος στα παγκάκια της ¨Αίθουσας Αναμονής ¨επιβατών να ρίχνεις μια ματιά στις εφημερίδες που ζητάς από το περίπτερο της πλατείας, το φθινόπωρο ειδυλλιακό το μέρος με την ποικιλία των χρωματισμών, την άνοιξη ευωδιά με τα λουλούδια των παρτεριών. Αυτός είναι ο θαυμάσιος Σιδηροδρομικός Σταθμός της πόλης μας, χώρια η ομορφιά αυτή της ιδιότυπης φτιασιάς του κυρίως κτιρίου του, με το κρεμασμένο μεγάλο τετράγωνο ρολόϊ κάτω από το κεραμωτό υπόστεγό του, χρωματισμένο, ολόκληρο το αριστούργημα, κίτρινο και καφετί !...

Τώρα που έφευγα όμως, γύρισα και είδα για άλλη μια φορά το άγαλμα της Αθηνάς, με το δόρυ της, την ασπίδα της και την περικεφαλαία της, στο σοφό κεφάλι της.΄Όχι, δεν κοίταζε η θεά πουθενά συγκεκριμένα, ή μάλλον με τα μαρμαρένια μάτια της έβλεπε αδιάφορα τα πάντα και τον καταφατσά της όμορφο Σιδηροδρομικό Σταθμό της πόλης μας. Εκεί κοντά στη βάση του αγάλματος και ανάμεσα στις ποικίλες μάρκες, παρκαρισμένα αυτοκίνητα των υπαλλήλων του ΟΣΕ και πολλών άσχετων, δυο σκυλιά διαφορετικής ράτσας το καθένα , που κοπροσκύλιαζαν. Τα προσπέρασα και εγώ αδιάφορος, να πάρω πίσω πάλι τους δρόμους της επιστροφής, την οδό Παπαδιαμάντη, τους άλλους δρόμους της ίδιας πορείας του ερχομού μου, χωρίς λοξοδρομήσεις, περπατώντας από τα ίδια πεζοδρόμια με τις νερατζιές, δρασκελώντας τη γέφυρα του Κραυσίδωνα και διασχίζοντας τα στενά της Αγίας Βαρβάρας…

Μεγάλε δάσκαλε.Μπορεί να έφυγες,αλλά το έργο σου είναι εδώ. Ο μοναδικός διαχρονικός σου λόγος είναι εδώ. Εσύ είσαι εδώ και ζεις για πάντα στις καρδιές μας .

Λογιέσαι Αρχέλληνας

…. Προστάτεψε, Χριστέ, το Γένος των Ελλήνων !
Το ματωμένο δρόμο Σου ακολουθάει, σηκώνει
το φως κι αυτό στον ώμο σα σταυρό και πάει
στης γης επάνω και σταυρώνεται και τώρα
θα κατέβει κι αυτό στον Άδη, σαν και Σένα !
Χριστέ, θυμήσου την Ανάσταση, θυμήσου
πως Έλληνας λογιέσαι Αρχέλληνας, δικός μας !
Δεν είμαι εγώ, Χριστέ, που Σε παρακαλιέμαι
μα όλο το Γένος των Ελλήνων, το τρισεύγενο,
όλοι οι παλιοί τρισέβαστοι Έλληνες πατέρες,
που τις μεγάλες αρετές, τις δυο αδερφάδες,
την Ομορφιά και Λευτεριά, στον κόσμο γέννησαν.
Ο σπόρος του σταριού στο χώμα κι αν χωθεί
την άνοιξη πηδάει κι ανηφορίζει αστάχυ
όμοια της γης , Χριστέ, κι η Ρωμιοσύνη ας πέσει ! ….

«Κωνσταντίνος Παλαιολόγος¨» -Ν. Καζαντζάκης