Κυριακή 11 Ιανουαρίου 2009

Βασιλιάς σ’αρχαίο δράμα

Μια μεγάλη ¨φυλακή¨, χωρίς σίδερα , κατάντησε η ζωή μας. Κλεισμένοι στα σπίτια μας μοναχικοί, καχύποπτοι και διστακτικοί για το ¨αύριο¨.Τι άραγε περιμένουμε ; Μήπως το τέλος ; Αυτό είναι σίγουρο, ότι κάποτε θα έρθει.

Ο συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής Διονύσης Σαββόπουλος, επισκέφτηκε μια τέτοια φανταστική φυλακή, όπου συνάντησε τον ρήτορα Δημοσθένη. Να τι του απάντησε ο αρχαίος φιλόσοφος, στο τραγούδι με τίτλο ¨ Δημοσθένους λέξεις ¨ :


¨Κι αν βγω απ’ αυτή τη φυλακή, κανείς δεν θα με περιμένει,
οι δρόμοι θάναι αδειανοί κι η πολιτεία πιο ξένη.
Τα καφενεία όλα κλειστά κι οι φίλοι μου ξενιτεμένοι,
αέρας θα με παρασέρνει κι αν βγω απ’αυτή τη φυλακή.
Κι ο ήλιος θ’αποκοιμηθεί μες στα ερείπια της Ολύνθου,
θα μοιάζουν πράγματα του μύθου κι οι φίλοι μου και οι εχθροί.
Μαρμαρωμένοι θα σταθούν οι ρήτορες και οι λωποδύτες,
ζητιάνοι, εταίρες και προφήτες μαρμαρωμένοι θα σταθούν.
Μπροστά στη πύλη θα σταθώ με τις κουβέρτες στη μασχάλη
κι αργοκουνώντας το κεφάλι θα χαιρετήσω το φρουρό.
Χωρίς βουλή, χωρίς θεό σαν βασιλιάς σ’αρχαίο δράμα,

θα πω τη λέξη και το γράμμα, μπροστά στη πύλη σα σταθώ.¨

Ένας άλλος άνθρωπος

Τέτοιοι άνθρωποι σπανίζουν. Δεν τους συναντάμε κάθε μέρα. Ο Λόγος για τον αείμνηστο, επίτιμο αρεοπαγίτη και πρωτοπρεσβύτερο Δημήτριο Τζούμα, που απεβίωσε στις 16-11-2008.Έζησε 88 χρόνια. Υπηρέτησε τη Δικαιοσύνη από το 1954 μέχρι το 1991. Μετά τη συνταξιοδότησή του ,το 1996 χειροτονήθηκε ιερέας και υπηρέτησε την Εκκλησία μέχρι το θάνατό του.

O δημοσιογράφος Β.Γ.Λαμπρόπουλος, έγραψε στο ¨ΒΗΜΑ¨της 20 Δεκεμβρίου 1998.

¨Η σεπτή, σεβάσμια μορφή του 74χρονου ιερέα, που επισκέπτεται τους τελευταίους μήνες τις γυναικείες και τις δικαστικές φυλακές Κορυδαλλού, κάτι θύμιζε σε ορισμένους κρατούμενους. Ο ιερωμένος, που φρόντιζε για την οικονομική αρωγή τους, για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσής τους, για τη σωτηρία της ψυχής τους , ήταν ο δικαστής, που έκρινε εκατοντάδες ποινικές υποθέσεις, που αποφάσιζε για την τιμωρία, για τη διάρκεια φυλάκισης εκατοντάδων κατηγορουμένων.

Ο 74χρονος παπά Δημήτριος, δεν είναι άλλος από τον επίτιμο αρεοπαγίτη Δημήτριο Τζούμα. Από την τήβεννο του αρεοπαγίτη, στα άμφια του ιερέως, στην ολική μεταμόρφωση του ανώτατου δικαστικού. Αποζητώντας πλέον, όχι την ενώπιον του ακροατηρίου απολογία των κατηγορουμένων, αλλά την ενώπιον θεού και του ιδίου εξομολόγησή του …

Ο Δημήτριος Τζούμας εισήλθε στο δικαστικό σώμα το 1954. Το θρησκευτικό συναίσθημα, του έγινε έντονο από τα πρώτα βήματα στο δρόμο της Δικαιοσύνης. Ο πατέρας του δικηγόρος από την Ιωνία, ένας θεοσεβούμενος άνθρωπος, με τον οποίον συχνά επισκέπτονταν όλα τα μοναστήρια της Χίου, αναζητώντας εμπειρίες στους οίκους του θεού …

Ο Δικαστικός Δημήτριος Τζούμας, προσπαθούσε πάντα να ισορροπήσει ανάμεσα στην ορθή δικαστική κρίση και στη μεγαλοθυμία του πιστού, του ανθρώπου της Εκκλησίας.

Κάποτε, όταν ήταν Πρωτοδίκης στα Τρίκαλα, ένας δικαστικός επιθεωρητής ανέφερε : ¨Ο Δημήτριος Τζούμας λόγω επιεικείας, που επεδείκνυε , έπρεπε να γίνει…επίσκοπος¨. Ο δικαστής, όμως, ήξερε ότι οι αποφάσεις του, υπηρετούσαν τη Δικαιοσύνη και ίσως στη συνέχεια την αντίληψή του, ότι Κριτής όλων είναι μόνον ο Ύψιστος.

Βασική αρχή του ήταν ότι : ¨Αδελφή της Δικαιοσύνης είναι η επιείκεια ¨.Από τις αρχές της δεκαετίας του 80,ο Δημήτριος Τζούμας προήχθη σε αρεοπαγίτη. Έγινε επιθεωρητής των εφετείων Λάρισας, Πάτρας, Ιωαννίνων και Κερκύρας. Στις επισκέψεις του στα δικαστήρια έδινε σε κάθε δικαστή μία Καινή Διαθήκη.

Το 1991 συνταξιοδοτήθηκε. Αφού πάντρεψε τα δυο του κορίτσια και τακτοποίησε τις οικογενειακές του εκκρεμότητες, αποφάσισε το μεγάλο και τολμηρό βήμα. Το 1996 χειροτονείται από τον Μητροπολίτη Νικοπόλεως και Πρεβέζης Μελέτιο ιερέας, χωρίς μισιθό, χωρις ενορία.

Ο πρωτοπρεσβύτερος και πνευματικός πατέρας Δημήτριος, που αφήνει πίσω του την κοσμική ιδιότητα του επί τιμή αρεοπαγίτη, αφοσιώνεται ακόμη περισσότερο στο πνευματικό έργο του.

Ένας συνάδελφος του αείμνηστου Δημ.Τζούμα, ο επίτιμος αρεοπαγίτης κ Ευάγγελος Ανδριανός,γράφει την ακόλουθη νεκρολογία στην ¨ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ¨ της 7-12-2008 :

¨Στις 16-11-2008 εκοιμήθη εν Κυρίω ο πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Τζούμας, επίτιμος αρεοπαγίτης.

Διέθεσε τα δημιουργικότερα έτη της ζωής του ως λειτουργός της Δικαιοσύνης του κόσμου τούτου και έχοντας πάντα οδηγόν του τα λόγια του Κυρίου : Έάν μη περισσεύσει η δικαιοσύνη υμών πλείον των γραμματέων και φαρισαίων, ου μη εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών ¨, εδίδαξε όλους, συναδέλφους, υπερασπιστές, τι σημαίνει Δικαιοσύνη με ανθρώπινο πρόσωπο. Χωρίς να παραμελήσει τις υποχρεώσεις του ως δικαστού, έδειξε με την προσφορά του στους φυλακισμένους, ότι η Δικαιοσύνη του ¨έπερίσσευσε πλείον ¨ των στενών πλαισίων της δικαστικής λειτουργίας. Μετά την αποχώρησή του από τη δικαστική υπηρεσία, λόγω ορίου ηλικίας , εισήλθε στη χορεία των διακόνων του Ευαγγελίου, εχειροτονήθη πρεσβύτερος και απερίσπαστος επεδόθη στη διακονία των ¨εν φυλακαίς¨ και στο άλλο ιεραποστολικό του έργο, του οποίου οι πλήρεις διαστάσεις παραμένουν άγνωστες.

Αφού διηκόνησεν λίαν επαξίως την κοσμική Δικαιοσύνη και το θυσιαστήριον της επί Γης στρατευομένης Εκκλησίας, από της κοιμήσεώς του εξακολουθεί την διακονίαν του στις τάξεις της εν ουρανοίς θριαμβευούσης Εκκλησίας.

¨Εις μνημόσυνον αιώνιον έσται ¨ο Δίκαιος πρωτοπρεσβύτερος, επίτιμος αρεοπαγίτης Δημήτριος Τζούμας, ο οποίος μας εδίδαξε, πως πρέπει να είναι η ζωή του ανθρώπου για να μπορεί να επαναλαμβάνει το του Αποστόλου Παύλου : ¨Τον αγώνα τον καλόν ηγώνισμαι, τον δρόμον τετέλεκα , την πίστην τετήρηκα, λοιπόν αποκειταί μοι ο της Δικαιοσύνης στέφανος ¨.

Το σκάκι

Έλα να παίξουμε,
θα σου χαρίσω τη βασίλισσά μου.
(Ήταν για μένα μια φορά αγαπημένη)
Θα σου χαρίσω τους πύργους μου.
(Τώρα πια δεν πυροβολώ τους φίλους μου)
Κι ο βασιλιάς αυτός δεν ήτανε δικός μου.
Κι ύστερα τόσους στρατιώτες τι τους θέλω ;
(Τραβάνε μπρος, τυφλοί, χωρίς καν όνειρα).
Όλα τ’άλογα θα στα δώσω.
Μονάχα ετούτον τον τρελό μου θα κρατήσω,
που ξέρει μόνο μ’ένα χρώμα να πηγαίνει,
δρασκελώντας ,τη μια άκρη ως την άλλη,
γελώντας μπρος τις τόσες πανοπλίες σου,
μπαίνοντας μέσα στις γραμμές σου ξαφνικά,
αναστατώνωντας τις στέρεες παρατάξεις.

Κι αυτή δεν έχει τέλος η παρτίδα.
¨Επιλογές¨- Μανώλης Αναγνωστάκης

Οι γνώσεις δεν τελειώνουν ποτέ

Τις γιορτές τούτες, που έρχονται, θα τις περάσουμε παρέα, με ένα καινούργιο μέλος της οικογένειας. Δεν είναι άνθρωπος. Είναι μηχάνημα . Δεν έχει καρδιά, ούτε φωνή να μιλήσει. Η παρουσία του, όμως, ¨λέει πολλά¨. Πρόκειται για ένα LAP-TOP , που εδώ και τρεις μήνες ¨εισέβαλε¨στο σπίτι μας.

Από καιρό σκόπευα να πάρω έναν ηλεκτρονικό υπολογιστή. Την τελευταία στιγμή ανέβαλα την απόκτηση. Ώσπου, ο γιος μας Πέτρος μας έφερε από την Αθήνα το δικό του κομπιούτερ, το οποίο αντικατέστησε με νεότερο μοντέλο.

Έχοντας λίγες γνώσεις χρήσης υπολογιστή, από την εργασία μου στους Μύλους Λούλη, δεν γνώριζα ¨πολλά πράγματα¨. Έπρεπε ν’άρχίσω από μηδενική βάση. Είχα θέληση και όρεξη να μάθω για τους υπολογιστές. Βρέθηκε ο πρώτος δάσκαλος. Ήταν ο ανεψιός μου Χρήστος Αμοργιανιώτης, χημικός. Με διάθεση, υπομονή και μεταδοτικότητα, ο Χρήστος, μου έκανε τα πρώτα δέκα μαθήματα. Κάθε μέρα μάθαινα κάτι το καινούργιο. Έτσι το ενδιαφέρον μου για μάθηση μεγάλωνε. Ήταν όμως, τόσα πολλά τα φροντιστηριακά ακούσματα , που ήταν αδύνατον να τα αφομοιώσω επακριβώς. Το ευχάριστο ήταν ότι ξεκίνησα και πήγαινα καλά.

Σε μια σύντομη παραμονή του στο Βόλο, ο Πέτρος άρχισε με το δικό του τρόπο να μου κάνει την εισαγωγή στον κόσμο των κομπιούτερς. Του είπα τι γνώριζα, τι έμαθα, κοντά στο Χρήστο. Αντί απάντησης μου ζήτησε δέκα κόλλες χαρτί Α4. Αρχίζοντας το μάθημα στον υπολογιστή, έγραφε συγχρόνως στην κόλλα αυτά που δίδασκε. Έτσι με βήματα σταθερά και ακλόνητα και με βάση το χειρόγραφο αρχείο που άρχισε να δημιουργείται ,μετά από κάθε μάθημα είχα για βοήθεια τις σημειώσεις, στις επαναλήψεις που έκανα μόνος μου. Με τον τρόπο αυτό εμπέδωνα τη γνώση μου πάνω σε κάθε μάθημα.

Το σύστημα των σημειώσεων με βόλευε και το συνέχισα. Οι απορίες και τα προβλήματα καθημερινά. Αμέσως τηλέφωνο στην Αθήνα, στον Πέτρο και τον Γιώργο, τον άντρα της αδελφής μου Τασούλας. Στάθηκα τυχερός. Μου έλυναν όλα τα προβλήματα. Συνέχισα να καταγράφω ό,τι μαθαίνω, με αποτέλεσμα να κατέχω σήμερα 23 σελίδες με οδηγίες χρήσης κομπιούτερς.

Ο Πέτρος πάντα βιαστικός. Μου τοποθέτησε κάμερα και μικρόφωνο και έτσι κάθε βράδυ μέσω του Σκάϊπ έχουμε ζωντανή συνδιάλεξη εγώ, ο Πέτρος και ο Γιώργος. Η τεχνολογία στο μεγαλείο της. Να έχεις εικόνα και ήχο με το δικό σου άνθρωπο, από τη μια άκρη του κόσμου μέχρι την άλλη.

Μετά ένα μήνα άρχισα να γράφω κείμενα, να στέλνω και να παίρνω μηνύματα. Έτσι ανταλλάσσουμε μηνύματα με τη βαφτισιμιά μου Κατερίνα, που είναι Πρόξενος στο Νέο Δελχί της Ινδίας και με τον εξάδελφό μου Γιώργο, που κατοικεί στο Λονδίνο. Περιττεύει να πω, ότι τα ηλεκτρονικά μηνύματα με Αθήνα σε καθημερινή βάση ¨δινουν και παίρνουν¨.

Δεν έγραψα τίποτε για τις υπηρεσίες, που προσφέρει ο κάθε υπολογιστής.Ο χρήστης είναι ο ¨παγκόσμιος πολίτης¨ και το διαδίκτυο μια ¨παγκόσμια βιβλιοθήκη μέσα στο σπίτι μας. Ό,τι θέλω το βρίσκω μέσω του υπολογιστού μου. Δεν έχω την ανάγκη να ανοίγω βιβλία, να προσφεύγω σε βιβλιοθήκες. Με το πάτημα ενός πλήκτρου έχω τα πάντα στην οθόνη, μπροστά μου. Και μαθαίνω, μαθαίνω πολλά που δεν γνώριζα. Οι γνώσεις δεν τελειώνουν ποτέ.

Αργά κάθε βράδυ, στις ατέλειωτες ώρες της μοναξιάς, δεν είμαι μόνος. Έχω τον φίλο μου. Τον πιστό μου φίλο. Τον φίλο που δεν θα με προδώσει ποτέ. Είναι ο προσωπικός υπολογιστής μου, που μου κρατά συντροφιά, που με ενημερώνει και με ψυχαγωγεί.

Είναι τόσα πολλά στον σημερινό κόσμο που δεν γνωρίζουμε. Η επιστήμη της Πληροφορικής μας προσφέρει απεριόριστες δυνατότητες μάθησης. Γι’αυτό και δεν βιάζομαι. Είναι κέρδος ό,τι αποκομίζω, κάθε μέρα, και αυτό μου δίνει αισιοδοξία και κουράγιο στη ζωή.

Βασίλης Παλαμηδάς – Βόλος 12-12-2008

Κιγκινάτος

Ο Ρωμαίος αυτός πολιτικός έμεινε διάσημος για την απλότητά του και για την προσήλωσή του στους δημοκρατικούς θεσμούς, στο δημοκρατικό ιδεώδες.

Πέντε φορές Ύπατος και δύο φορές Δικτάτωρ. Κάθε φορά, που έληγε η θητεία του σ’αυτά τα πιο υψηλά αξιώματα της Ρώμης, επανερχόταν στο κτήμα του και συνέχιζε τις αγροτικές του ασχολίες. Σαν να μην είχε συμβεί τίποτε. Σα να μην είχε μόλις εγκαταλείψει κάποιο υψηλό αξίωμα. Σαν να μην είχε συγκεντρώσει ,προ ολίγου την πιο μεγάλη δύναμη στα χέρια του.

Ποτέ δεν ξιπάστηκε, ποτέ δεν δελεάστηκε από τη μαγική δύναμη της Κίρκης, που λέγεται εξουσία. Ποτέ δεν θέλησε, επωφελούμενος της τεράστιας δύναμής που απέρρεε από τα αξιώματα , προπαντός του Δικτάτορος, να παραμείνει σ’αυτό σε όλη του τη ζωή. Να γίνει ισόβιος Δικτάτορας. Αν και του ήταν πάρα πολύ εύκολο. Αν και όλοι του το ζήτησαν. Εκείνος είπε όχι.

Ποτέ δεν παρασύρθηκε από προσωπικές φιλοδοξίες. Δεν είχε προσωπικές φιλοδοξίες.Το μόνο κίνητρό του, η αγάπη προς την πατρίδα. Η μόνη του φιλοδοξία , η σωτηρία της πατρίδος. Γι’αυτήν πάσχιζε . Αυτήν υπηρετούσε. Και οι Ρωμαίοι, όταν κινδύνευαν από εξωτερικούς ή εσωτερικούς κινδύνους, εκείνον σκέπτονταν. Σ’εκείνον στρέφονταν . Σ’εκείνον απευθύνονταν. Για να τους σώσει. Για να τους βγάλει από τη δύσκολη στιγμή. Για να διώξει τον κίνδυνο. Να δαμάσει την καταιγίδα.

Και ήξεραν που θα το βρουν. Στο κτήμα του. Εκεί ζούσε . Κι εκεί επέστρεφε κάθε φορά. Για να συνεχίσει την απλή, αγροτική ζωή του. Απλός αγρότης.

Έτσι αποδείχθηκε πρότυπο Ρωμαίου πολίτη. Αποτραβηγμένος στο κτήμα του, στάθηκε πάντα πάνω από τις κομματικές έριδες. Πάνω από τις ίντρικες . Γι’αυτό υπήρξε διαρκώς το Κεφάλαιο της Ρώμης. Η εφεδρεία της. Και οι Ρωμαίοι ήξεραν. Και στις κρίσιμες καταστάσεις κατέφευγαν σ’αυτόν.

Γι’ αυτό κάθε πόλη, κάθε χώρα πρέπει να έχει έναν τέτοιο άνδρα .Ένα τέτοιο κεφάλαιο. Πάντα άφθαρτο. Πάνω από κομματικές έριδες . Πάνω από ίντρικες, που φθείρουν. Ακέραιο, ηθικό, αλώβητο από μικρότητες. Για να σώζει την πόλη. Για να σώζει τη χώρα.

Τότε, μπορούμε να πούμε, ότι τυχερή είναι αυτή η πόλη, τυχερή είναι αυτή η χώρα, που διαθέτει τέτοιους άνδρες. Γιατί ποτέ δεν θα χαθεί. Ποτέ δεν θα απολεσθεί.

Κατάληξη

Φίλε αναγνώστη, το σκέφτηκες ποτέ τι είναι η ζωή ;
Είναι μια διαδικασία εξαπάτησης, λέει κάπου ο ποιητής. Σου τα δίνει όλα και ύστερα στα παίρνει. Να τι γράφει με τίτλο ¨Η κατάληξη¨, ο ποιητής Ανέστης Ευαγγέλου :

¨Είναι μια διαδικασία εξαπατήσεως.
Στα δίνουν όλα : νεότητα, σφρίγος, γονείς, φίλους, αγάπη και πριν
προλάβεις καν να καταλάβεις τι σημαίνουν όλ’ αυτά, αρχίζουν να σου τα
παίρνουν μεσ’από τα χέρια , να σε κοροϊδεύουν.

Χάνουμε, χάνουμε ολοένα : σαν να μας κλέβουν στα χαρτιά.
Ένα, ένα πέφτουν τα λογής περιβλήματά μας.
Πέφτουν τα ωραία , απατηλά στηρίγματα της νιότης.
Γίνεται άγριο,ανελέητο κοσκίνισμα.
Τέλος, μένουν ελάχιστα , δυο τρία πράγματα , σε μια ολόκληρη ζωή, αληθινά Δικά μας."

Ήταν ένας παπάς…

Το δημοσιογραφικό χρονικό, που ακολουθεί έγραψε στον ¨Ταχυδρόμο¨του Βόλου, 26-10-2008, ο δημοσιογράφος Γιάννης Μαντίδης, τιμώντας τη μνήμη του αείμνηστου πρωτοπρεσβύτερου Λεωνίδα Αντωνάκη, του ιερού ναού Αγίου Γεωργίου
Αγριάς-Μαγνησίας.

¨Μια ώρα πίσω τα ρολόγια από σήμερα, χιλιάδες ώρες η ζωή μας από χθες. Ήταν όταν σταμάτησε ο χρόνος για τον αγαπημένο φίλο κι’ άρχισε να μετράει προς τα πίσω ολοταχώς. Έτσι γίνεται πάντα. Μετά το στερνό ¨αντίο φίλε¨, πνίγουμε τους λυγμούς κι’αναπολούμε τα περασμένα και τ’αξέχαστα…

Ήταν ένας παπάς χαρούμενος κι’ευθύς , δεν είχε την υποκρισία των ¨θεουσών¨, το ποίμνιο του (ναι, είχε ένα μεγάλο ποίμνιο, χαρούμενο και φιλικό) τον χαιρόταν , τον αγαπούσε και τον λάτρευε κι’έπαιρνε απ’αυτόν όχι την εξ ύψους παρηγορία μόνον, αλλά και δύναμη για την επίγεια ζωή. Τρέχαμε στους ¨Χαιρετισμούς¨ν’ακούσουμε το ¨χαίρε¨απ’τη φωνή του και τις ¨Μεγάλες Πέμπτες¨ να συντριβούμε στη σταύρωση των λυγμών. Η λειτουργία του στα γραφικά ξωκλήσια Ήταν για μας ¨άκος ψυχής¨…

Ήταν ένας παπάς του κόσμου, σαν τη γνωστή κίνηση των γιατρών, μόνο που λειτουργούσε από μόνος του, χωρίς οργάνωση και χορηγίες, δύναμή του οι χίλιες γνωριμίες του, πλούτος του η αγάπη που τούχανε οι πάντες. Γνωστοί και άγνωστοι του ζήταγαν βοήθεια, συμπαράσταση, μια διαμεσολάβηση στην απρόσιτη εξουσία. Δεν άφηνε, δεν ξέχναγε κανέναν, πάσχιζε, έκανε το ξένο πρόβλημα δικό του, προσωπικό.

Ήταν ένας παπάς χωρίς σύνορα, βοηθούσε…παγκοσμίως με τρόπο που μόνο ο ίδιος γνώριζε να βρίσκει πόρτες ανοιχτές και φως στ’ανήλιαγα τούνελ. Μας έλυσε προβλήματα που αδυνατούσαν να μας λύσουν οι ελληνικές πρεσβείες (π.χ. στο Νιου Τζέρσεϋ, στη Λυών…)ψάχνοντας για να βρει σε χώρες ξένες έναν παλιό του γνώριμο, έναν παπά, φίλο παλιό απ’ την Ιερατική Σχολή ή κάποιον άλλον, που θυμόταν.

Ήταν ένας παπάς που μ’έμαθε να προσεύχομαι : ¨Μη ζητάς απ’το θεό καθημερινά …ρουσφέτια ¨,μου’λεγε. ¨Να λες μόνο ευχαριστώ που είμαι υγιής, τα άλλα είναι δικο σου θέμα και λεπτομέρειες της ζωής ¨.Κάποτε ζήτησα να μ’εξομολογήσει.¨Να πω τις αμαρτίες μου;¨,τον ρώτησα ,όταν μου διάβασε μια ευχή. Εχεις μυαλό και ξέρεις, πόσες και ποιες έκανες¨, είπε: ¨Να μην τις επαναλάβεις, ακούς ;

Ήταν ένας παπάς μεσάζων, ανάμεσα στο θείο και στ’ανθρώπινο ,ανάμεσα στα μαύρα ράσα του κλήρου και στα χρωματιστά ρούχα των λαϊκών.Ίσως γι’αυτό κάποια πρόχειρα ράσα του είχαν απόχρωση του μπλε και του καφέ. Όνειρό του να φέρει την Εκκλησία πιο κοντά στον άνθρωπο και τους ανθρώπους, κοντά σε μια Εκκλησία άμεμπτη και καθάρια, χωρίς παγκάρια ανεξέλεγκτα και ¨μπίζνες ιερές¨.¨Νάμουν μητροπολίτης –μούλεγε-θάκανα ένα νοσοκομείο μεγάλο και τις καλόγριες νοσοκόμες αδελφές¨…Μητροπολίτη μας,τα’ακούς;

Ήταν ένας παπάς με ¨μερσεντές ¨,χωρίς νάναι μητροπολίτης. Δεν την παρκάριζε σε πλούσιες γιορτές,δοξολογίες,δεξιώσεις. Έτρεχε, ναι, έτρεχε υπερβολικά για να προλάβει , να σώσει ανθρώπινες ζωές, να φτάσει σ’ένα νοσοκομείο, σ’έναν επώνυμο γιατρό, που του ζητούσε να τον πάει ο φίλος,ο γνωστός ή ο άγνωστός του.Ήταν ο πρόθυμος, ο αγαθός λευϊτης, ο ιατρός ψυχών και άνθρωπος των φίλων.

Θέλω να πιστεύω, ότι υπάρχει και άλλη ζωή, έτσι για να ξανάβρω φίλους ξεχωριστούς, σαν τον παπά-Λεωνίδα της καρδιάς μας.¨ Θαμας μας λείψει, κρίμα. Κι ένας πρόσθετος λόγος, που θέλω να πιστεύω, ότι υπάρχει και άλλη ζωή, είναι για να ξανάβρω φίλους αγαπημένους, φίλους ξεχωριστούς, σαν τον παπά-Λεωνίδα".