Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2007

Τραγουδούσε τον πόνο

O ποιητής που "έφυγε" νωρίς από τη ζωή. Στα πενήντα ένα του χρόνια. Συμπαθούσε τον Καβάφη, είχε μαζί του κοινά σημεία στον τρόπο ζωής. Όσο ζούσε κυκλοφορούσε σε φύλλα τα ποιήματα του. Του άρεσε η δημοσιότητα. Αργότερα κυκλοφόρησε το πρώτο του Βιβλίο με επιλογές από το έργο του. Γεμάτος αμφιβολίες και πάντα ανικανοποίητος, αν και είχε όλο το χρόνο, δεν κυκλοφόρησε σε βιβλία τη δεύτερη και τρίτη σειρά από τα έργα του. Ο Ναπολέων Λαπαθιώτης (1893-1944), γιος του στρατηγού Αεωνίδα Ααπαθιώτη, γεννήθηκε στην Αθήνα τον Οκτώβρη του 1893. Σπούδαοε Νομικά, χωρίς ποτέ να δικηγορήσει ή να εξασκήσει άλλο επάγγελμα.
Σε όλη του τη ζωή ασχολήθηκε με τη λογοτεχνία, τη μουσική και τη ζωγραφική, ήταν ποιητής, αισθητικός, κριτικός, μουσικός και συνθέτης. Φύση εξαιρετικά καλλιτεχνική και καλλιεργημένη, πολύ γρήγορα κίνησε την κοινή προσοχή με την πρωτοτυπία, τη χάρη, το χιούμορ, τη φιλοσοφική του διάθεση, την αισθαντικότητά του και τέλος με την παράξενη και εκκεντρική ζωή του. Ο ωραιοπαθής αυτός νέος με το μαύρο καπέλο, το μεσάτο επανωφόρι, μ' ένα φανταχτερό λουλούδι πάντα στην μπουντουνιέρα του, σαν τον Όσκαρ Ουάιλντ, το ασπρορόδινο δέρμα, ανήλιαστο και λεπτό, σαν γυναικείο, τα γαλάζια μάτια, τρυφερά, αβρά, ονειροπαρμένα, με το μικρό κατακόκκινο στόμα όλο υγρότητα αισθησιακή, ήταν η πιο τέλεια εικόνα του ποιητικού ανθρώπου. Η εμφάνιση του αυτή κι ο τρόπος της ζωής του, ενοχλούσαν και σκανδάλιζαν κι ακόμα δημιουργούσαν γύρω του ένα θρύλο και μια ατμόσφαιρα γεμάτη από το παράξενο και το αμαρτωλό.Ο Λαπαθιώτης, σαν αληθινός "εστέτ", ήθελε να κάνει τη ζωή του έργο τέχνης, να δημιουργήσει την εντύπωση ότι τον τριγύριζε κάτι το παράξενο, το μυστηριώδες, το αινιγματικό. Περιφρονούσε το φως της ημέρας, μένοντας κλεισμένος στο σπίτι του, κυκλοφορούσε μόνο τις νύχτες, έπασχε, θα λέγαμε, από ένα είδος νυχτοφιλίας, ήταν είρων και δηκτικός κάποτε, έγραφε επιστολές σε φίλους και εχθρούς, συχνά προτιμούσε την ανωνυμογραφία, τραγουδούσε τον έρωτα, που "δεν τολμά να πει το όνομα του" και έπειτα αργότερα, όπως ο Όσκαρ Ουάιλντ, τραγουδούσε τον πόνο, η ποίηση του γέμισε από θάνατο, όμως, πάντα προσπαθούσε να είναι πρωτότυπος, να ζει όπως ήθελε κι όχι όπως ζούσαν οι άλλοι.


Η δική του ζωή ήταν πάντα αντίθετη με τη ζωή κι αυτό στάθηκε το πιο τραγικό του λάθος. Δεν ξέρουμε ως πιο σημείο η στάση του αυτή απέναντι οτη ζωή ήταν απόλυτα ειλικρινής ή μια ηθελημένη φάρσα, μια συνήθεια ή μια καθαρή διάθεση επίδειξης, ένας εγωισμός ή ένας τρόπος αυτοηδονισμου. Χωρίς ν' αρνηθούμε ότι η στάση του αυτή είχε μια δόση επίδειξης, στο βάθος όμως ήταν σύμφωνη με την ιδιοσυγκρασία του.


Ο Λαπαθιώτης έζησε και πέθανε "μέσα σ' ένα θερμοκήπιο" , μέσα στην υπερδιέγερση των τεχνητών παραδείσων, πιστεύοντας πως έτσι καλλιεργούσε ως τα τελευταία όρια την ομορφιά. Στην αρχή ή επίδραση της ζωής του Ουάλντ στάθηκε δεσποτική και τυραννική. Έχασε την οντότητα του, για να γίνει ένας Ντόριαν Γκρέι. Έπειτα γνώρισε τα "Ανθη του Κακού" και τις "Εξομολογήσεις ενός οπιοφάγου". Στο τέλος, νικήθηκε από την ίδια του τη ζωή κι ερημώθηκε ψυχικά. Ο θάνατος της μητέρας του, που τον αγαπούσε υπερβολικά, μεγάλωσε την ερήμωση. Μια νύχτα, 7 Ιανουαρίου 1944, ' αυτοκτόνησε. Υπήρξε συμφώνος με τον εαυτό του.

Δεν υπάρχουν σχόλια: