Ήταν η εποχή, η προπολεμική, που είχε τις ιδιαιτερότητές της, τα ξεφαντώματα, τις ευωδιές της.
Στην κεντρική αγορά του Βελεστίνου, μερικά από τα μαγαζιά της, έλαμπαν κυριολεκτικά για την καθαριότητά, την όλη εμφάνιση, την προσφορά τους. Παλαιά μαγαζιά, φροντισμένα πεζοδρόμια, καλοδεχούμενοι άνθρωποι. Οι μαγαζάτορες ένας – ένας, με το χαμόγελο και την αρχοντιά. Γνωστές φιγούρες πουεπί δεκαετίες χαράζουν πορείες, γράφουν ιστορία.
Ο Θόδωρος Ιωαννίδης, ο Θανάσης Καραθανάσης, ο Σταύρος Καραμπερόπουλος, ο ¨Αμερικάνος¨ Κώστας Καραμπερόπουλος, ο Νίκος Τριανταφυλλόπουλος, ο Μιχάλης Τίτσιας, ο Τσακαλέας, ο Κόγιας, ο Γούσης, ο Τσιμπουκλής, ο Παπατόλιας, οι αδελφοί Παπατόλια, οι Γιατσαίοι, ο Ντόντος, ο Ηρ. Χατζάκος, ο Διακόπουλος και τόσοι άλλοι που δημιούργησαν την πανέμορφη αγορά, που αποτελούσε και κέντρο συγκέντρωσης των κολίγων του κάμπου και των πολυάριθμων κτηνοτρόφων της περιοχής.
Ανάμεσα σ’αυτούς τους μαγαζάτορες και ο Μιλτιάδης Τσονάκας. Μάγειρας, από τους εξέχοντες , ο πρώτος των πρώτων. Είχε το εστιατόριό του στο δρόμο της αγοράς, μια φροντισμένη αίθουσα με μεγάλες πόρτες και από μέσα βελούδινες, τεράστιες κουρτίνες. Στο υπόγειο είχε τα κρασιά, δική του παραγωγή, τα πιο λαμπερά και εύγεστα.
Μπαίνοντας στην αίθουσα του εστιατορίου, μοσχοβολούσε ο τόπος από τα καλομαγειρεμένα φαγητά. Το μεσημέρι, το κάθε μεσημέρι, η αίθουσα γέμιζε. Όλη η ¨εξουσία¨ του Βελεστίνου, αστυνόμος, ειρηνοδίκης, αγρονόμος, γυμνασιάρχης και λοιποί είχαν το ραντεβού τους στο εστιατόριο του Μιλτιάδη.
¨Μιλτιάδη τι έχουμε σήμερα ; ¨ . Και από τα βάθη της κουζίνας η φωνή του εστιάτορα : ¨Καρλίσιο πλακί¨ ή ¨αρνάκι φρικασέ¨ ή ¨μοσχάρι πατάτες¨ και τόσα άλλα που υπήρχαν στην πλούσια κουζίνα του Μιλτιάδη. Ένας μάγειρας, μια ομορφιά και μια νοστιμιά, που ευφραίνει καρδιές και γεμίζει με νοστιμιές το στομάχι. Ο Μιλτιάδης, ο μοναδικός σε εξαίσια μαγειρέματα και αχόρταγες λιχουδιές.
Αυτός ο λαμπρός επαγγελματίας του Βελεστίνου, πασίγνωστος σε όλη την περιοχή, είχε δυστυχώς οικτρό τέλος, θύμα και αυτός της ναζιστικής θηριωδίας. Στις 11 Σεπτεμβρίου 1943, ύστερα από τη μάχη στο δάσος του Βελεστίνου, οι Γερμανοί για αντίποινα, μπήκαν στην πόλη και επιδόθηκαν σε ένα όργιο εκτελέσεων και πυρπολήσεων καταστημάτων και οικιών. Στην αγορά πυρπολήθηκαν όλα σχεδόν τα καταστήματα και μεταξύ αυτών το εστιατόριο του Μιλτιάδη.
Ο Μιλτιάδης δεν έφυγε από το εστιατόριό του, αλλά φοβούμενος την μανία των Γερμανών κρύφτηκε στο υπόγειο, εκεί όπου τα βαρέλια με το κρασί. Οι Γερμανοί πυρπόλησαν το μαγαζί του και ο εστιάτορας πνιγμένος στον καπνό, θέλησε να σηκώσει τη σιδερένια καταπακτή που ήταν στο πεζοδρόμιο, για να βγει έξω και να σωθεί.
Όμως αδύναμος όπως ήταν και μεγάλος στην ηλικία, δεν μπόρεσε να σηκώσει την καταπακτή και βρέθηκε λίγο αργότερα μισοκαμένος στα σκαλοπάτια του υπογείου. Περιουσίες που έγιναν στάχτη και άνθρωποι που θυσιάστηκαν στο βωμό της ¨νέας τάξης πραγμάτων ¨ .
Έτσι χάθηκε ο Μιλτιάδης, η φήμη του οποίου εξακολουθεί να αιωρείται στο Βελεστίνο, για την τιμιότητα, την καθαριότητα και τα καλομαγειρέματα του αξέχαστου εστιάτορα .
Βασίλειος Καραμπερόπουλος – Εφημ. ¨Η ΘΕΣΣΑΛΙΑ¨, Βόλος 8-5-2011 .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου