Το επώνυμον Ευταξίας μας παραπέμπει σε μεγάλες και ιστορικές οικογένειες επιστημόνων και πολιτικών, καταγόμενων από τις περιοχές της Φθιώτιδος και Φωκίδος. Ο Αθανάσιος Ευταξίας (1849-1931) ήταν ένα από τα παιδιά του ιερέως Λουκά Ευταξίου και γεννήθηκε στην Αμφίκλεια-Λοκρίδος. Θεολόγος, πολιτικός, οικονομολόγος, δημοσιογράφος και συγγραφέας διετέλεσε τρεις φορές υπουργός Παιδείας και Θρησκευμάτων, δύο επί των Οικονομικών και μία Πρωθυπουργός. Την επομένην του θανάτου του Αθανασίου Ευταξία, ο ακαδημαϊκός και δημοσιογράφος Σπύρος Μελάς δημοσίευσε με την υπογραφή "Φορτούνιο" στο "Ελεύθερο Βήμα" της 6ης Φεβρουαρίου 1931, χρονογράφημα με τίτλο "Ου Θανάης".
"Κανείς δεν πίστευε, ότι θα πεθάνη. Ήταν "πουρνάρι" της Λοκρίδος. δαδί από το Δαδί, τύπος μιας γενεάς. Ο Αθανάσιος Ευταξίας, "ου θανάης", όπως τον λέγανε οι συμπατριώτες του, με την οικειότητα της μεγάλης δημοτικότητος, ήταν ογδόντα δύο ετών. Σε μια ηλικία, που άλλοι σέρνονται, αυτός δούλευε ακόμα. Γερό κοτσάν. Χαλκέντερος. Δημοσιογράφος, συγγραφεύς, έχει γράψει και περί ελληνικής μουσικής ακόμα! Ανταποκριτής της "Εφημερίδος της Κολωνίας", βουλευτής, υπουργός της Παιδείας και υπουργός των Οικονομικών, Πρωθυπουργός, γερουσιαστής και πρόεδρος των Επιτροπών της Γερουσίας, ήταν, ως το τέλος, από τους ανήσυχους και αεικίνητους ανθρώπους, που εννοούν, σαν τον αγαθό δούλο της χριστιανικής παραβολής, να επιστρέψουν στον Κύριο, με τόκο και επιτόκιο, το τάλαντο που τους δάνεισε. Η νεκρολογία και ο επίσημος επικήδειος αποχαιρετισμός, που θα του γίνουν σήμερα, θα σας τα πουν αυτά, όλα. Η στήλη του "Φορτούνιο", του χρονογράφου, είναι για τα φαιδρά του πατριαρχικού αυτού τύπου, που θύμιζε, με τη στερεοελλαδίτικη προφορά του, στις Ελληνικές Βουλές και τις Συνελεύσεις, τον αέρα των βουνών.
Είχε σπουδάσει, ως γνωστόν, στη Γερμανία. Ούτε, όμως, τα γερμανικά Πανεπιστήμια, ούτε η ζωή του εκεί, ούτε η μακρά και αποκλειστική διαμονή του στην πρωτεύουσα, μπόρεσε να του ξεριζώσει αυτή την ιδιωματική και χαριτωμένη προφορά. Αυτά τα γερμανικά τα μιλούσε ευζωνιστί: "Ζιέτσεν ζιζιχ, μπίτι!", τον ακούγατε να λέει. Έχει μείνει το φαιδρό ανέκδοτο του χαιρετισμού του με άλλον γερμανομαθή βουνίσιον Βινγκιέτς; "Έτσ, κ'έτσ". Φοιτητής στη Γερμανία είχε μεταφέρει μέσα στη βαλίτσα του τα πάτρια. Και μου διηγήθηκαν κάποτε, δεν ξέρω, αν είναι αληθινό, ότι ένα Πάσχα, θέλοντας να γιορτάσει εκεί κατά τα ελληνικά έθιμα προσκάλεσε Γερμανούς φίλους του να φάνε μαζί το αρνί της σούβλας. Όταν τον είδαν να το σφάζει, να το γδέρνει και να το σουβλίζει μόνος του, αναφέρει ο ανεκδοτολόγος, οι Γερμανοί το έβαλαν με τρόπο στα πόδια και τον άφησαν μονάχο. Δεν παίρνω επάνω μου, εννοείται, αυτή την ιστορία.
Η άλλη όμως της Μακεδονίας είναι αληθινή: "Απλός σπουδαστής είχε καταφέρει μια ομάδα σοβαρών Γερμανών να ενδιαφερθούν για τη Μακεδονία. Έβαλαν στο χέρι ένα κτήμα, νομίζω, με μεγάλη περιοχή και το έκαναν κέντρο απελευθερωτικής προπαγάνδας στους πληθυσμούς. Οι Τούρκοι τα μυρίστηκαν. Ο Ευταξίας κινδύνευσε τη ζωή του,έφυγε κρυφά για την ελεύθερη Ελλάδα. Έτσι παρουσιάζεται σαν πρόδρομος της μακεδόνικης ιδέας, που νικήθηκε αργότερα με άλλες προϋποθέσεις και πλατύτερους σκοπούς.
Ο Ευταξίας μπήκε στη δημόσια ζωή με αρθρογραφία. Τα εκκλησιαστικά, τα εκπαιδευτικά και τα οικονομικά ζητήματα τονμαπασχολούσαν ιδιαίτερα. Δεν άργησε να γίνει από τους μεγάλους άντρες του μακαρίτη Βλάση Γαβριηλίδη. Αυτό δεν έφθανε, όμως, να τον επιβάλει στους ορεινούς ψηφοφόρους του, ότανμαποφάσισε να πολιτευτεί. Σε μια εποχή, το 1885, που τα κόμματα ήταν φέουδα, παρουσιάστηκε "ανεξάρτητος" και τον χτυπούσαν από παντού. Τον έβγαλε βουλευτή, αλλά όχι τόσο το πρόγραμμα του, όσο ένα γερό μουλάρι. Ο ίδιος μου διηγήθηκε κάποτε, πως καβάλα σ' αυτό, γύριζε από χωριό σε χωριό, συνοικισμό σε συνοικισμό και καλύβι σε καλύβι. Έτσι πέτυχε για να γίνει σε λίγο συνιδρυτής του τρίτου "κόμματος" με αρχηγό το Δημήτριο Ράλλη, που του έδωσε δυο φορές το υπουργείο της Παιδείας. Αυτό δεν τον εμπόδισε καθόλου να γίνει, σε λίγο, υπουργός του Γεωργίου Θεοτόκη. Έπεσε, όμως, γιατί δεν μπόρεσε να περάσει από τη Βουλή τα εκπαιδευτικά του νομοσχέδια. Στις φλογέρες τότε μάχες ακούστηκε για πρώτη φορά η περίφημη φράση του: "Ου μέγας πιδαγωγός Πιστολόϊτς (Ιωάννης-Ερρίκος Πιστολότσι). Ήταν το μόνον τρισύλλαβον όνομα που πρόφερε ποτέ. Όλα τα άλλα τα έκανε μονοσύλλαβα. Και αυτόν τον Θαλή Κουτούπη. Όταν, κάποτε, πήγε να του πάρει από το βήμα κάποιο χαρτί, χωρίς την άδεια του, φώναξε θυμωμένος; "Ας' το κατ' Κτουπ...". Το Γουδί, η επανάστασις, τον έφερε υπουργό των Οικονομικών του Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Ήταν η μεγάλη του υπουργία. Τα οικονομικά του νομοσχέδια έφεραν με περίσσευμα τον προϋπολογισμό του 1910. Ήταν, τότε, νομίζω, που υπέβαλε, μεταξύ άλλων, και νομοσχέδιο της φορολογίας του κηρού. Στη σχετική αγόρευση του δεν κατάφερε ούτε μία φορά να πει κηρό: τον έλεγε κερό, ενώ τον καιρό τον έλεγε κιρό. Ήταν από τις πιο νόστιμες, μια φράση στην εισήγηση του: 'Έίν' κιρός πλέον" , έλεγε, "όπου προβώμιν εις του φορολογίαν του κερού!".
Ήταν μια φυσιογνωμία σχεδόν στρατιωτική. Με τα πυκνά φρύδια, το παχύ μουστάκι και το μούσι, έμοιαζε, τουλάχιστον, με αρχιμουσικό της φρουράς, αν μη στρατηγό. Ως πρόεδρος της Αεροπορικής. Αμύνης, ήταν μέσα στους στρατιωτικούς και ναυτικούς, σε μια κορνίζα, που του πήγαινε. Ο ναύαρχος Παύλος Κουντουργιώτης, που ξεχνούσε διαρκώς τ' όνομα των, συνήθιζε να λέει: "Τώρα ήταν εδώ κι αυτός ο αεροπόρος!" ή "Φωνάξτε μου αυτόν τον αεροπόρο!". Πού να φανταστεί κανένας ότι εννοούσε το γέρο Ευταξία! Εκεί, όμως, που έδειξε μεγαλύτερο θάρρος, απ' ό,τι χρειάζεται, για να κάνει κανείς τον αεροπόρο, ήταν η προεδρία της Επιτροπής των Οικονομικών: Κράταγε ένα ψαλίδι αμείλικτο κ' έκοβε μισθούς. Δεν είναι μικρό ν' αντιμετωπίζει κανείς, για το κοινό συμφέρον, τα μίση των άλλων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου