Οι ασχολούμενοι με τέχνην του ενδύματος, υποστηρίζουν ότι το καλό ντύσιμο προσδίδει εις το άτομον την μισή προσωπικότητα. Πράγματι, την παρουσία σε μια τράπεζα , σε μια δημόσια υπηρεσία σ’έναν Οργανισμό, ενός καλοντυμένου από έναν κακοντυμένον, διαφορετικά θα την προσέξουν οι παρευρισκόμενοι.
Ένα σχετικό περιστατικό, που συνέβη προ πολλών ετών,με διαφορετική κατάληξη, μου διηγήθηκε φίλος από τη Λακωνία :
¨Ο Βουρλάς ,ένα χωριό κοντά στη Σπάρτη της Λακωνίας είναι η πατρίδα μου και πατρίδα του Λυσία Κουμανταράκη ενός μικρόσωμου, ισχνού και ευγενικού ανθρώπου, με μόλις ακουόμενην φωνή. Σε προχωρημένη ηλικία και χωρίς οικογένεια,επεσκέπτετο κατά καιρούς το πατρικό του σπίτι , στο χωριό του, όπου είχε και μερικούς συγγενείς aλληλοσπαρασσομένους διά κτηματικάς διαφοράς, όπως γίνεται συνήθως στα χωριά.
Σε μια επίσκεψή του,τον κατάφεραν, οι συγγενείς του να παραστεί στο Δικαστήριο μάρτυρας, σε μια από τις διαφορές τους. Ο Λυσίας με σκοπό κυρίως να συμβιβάσει ¨τα πράγματα¨, δέχθηκε και έτσι βρέθηκε μια μέρα στο πλημμελειοδικείο της Σπάρτης. Σήμερα,βέβαια,τα Δικαστήρια λειτουργούν διαφορετικά,αλλά εκείνη την εποχή , ο ερχόμενος σε επαφή με την Δικαιοσύνην, ιδίως στην επαρχία, είτε ως μηνυτής ή κατηγορούμενος, είτε ως μάρτυρας, διεσύρετο κατά τον χειρότερον τρόπο.
Κατ’αρχάς κατηργείτο ο πληθυντικός με τις λέξεις ¨κάτσε κάτω¨,¨σήκω επάνω¨. Και στη συνέχεια από τον κλητήρα, που επαναλάμβανε μετά τον Πρόεδρο, μεγαλοφώνως το όνομα του κληθέντοςκατηγορουμένου ή μάρτυρα.Έχανε και το επώνυμό τους με τις λέξεις ¨Έλα Γιώργη¨, ¨Ελα Μήτσο¨.
Υπό αυτές τις συνθήκες βρέθηκε μια μέρα ο ατυχής Λυσίας στη μικρή αίθουσα του Δικαστηρίου, για να μαρτυρήσει εν μέσω κλεφτοκοτάδων, μπουγαδοκλεφτών,γαλατάδων που νέρωναν το γάλα και άλλων τοιούτων ομοίων. Κληθείς από τον Πρόεδρο είπε ένα ασθενικό ¨παρών¨, το οποίον δεν άκουσε φαίνεται ο Πρόεδρος και του είπε: ¨Μουγκός είσαι μωρέ και δεν μιλάς¨.Ο δε κλητήρας συμπλήρωσε: ¨Ελα Λυσία, παρ’τα πόδια σου και μας ξημέρωσες¨. Έτσι ο Λυσίας διαπομπευόμενος από τα όργανα της δίκης, αφού μετά κόπου διέσπασε το ¨τείχος¨των κλεφτοκοτάδων και άλλων υποδίκων, έφτασε κάτω από την έδρα των δικαστών , όπου υπήρχε μια ξύλινη προεξοχή με το Ευαγγέλιο: ¨Ανέβα επάνω, βάλε το χέρι σου στο Ευαγγέλιο και λέγε πως σε λένε ¨. Ο μάρτυς εξετέλεσε τη διαταγή, αλλά αυτό που συνεκλόνισε Πρόεδρο και δικαστές, ήταν η απάντηση του μάρτυρα στη δεύτερη ερώτηση-διαταγή του Προέδρου: ¨Τι δουλειά κάνεις ; ¨Ο μάρτυς με το μειλίχιο ύφος και την ασθενή φωνή, απάντησε: ¨Πρόεδρος των Μικτών Δικαστηρίων της Χάγης ¨. Ο πρόεδρος εψέλισε αμήχανος, κάτι μπερδεμένες λέξεις και πως ¨αν θέλετε να διακοψουμε για λίγο¨, επαναφέρων , έτσι στο ακροατήριο το ¨κύριε¨, τον πληθυντικό και το επώνυμο.
Ο Λυσίας Κουμανταράκης , εκτός της έδρας του εις τη Χάγην, ήταν ένας λόγιος άνθρωπος, μεταφράσας ολόκληρο το έργο του Θουκιδίδη, με θαυμάσια σχόλια και θεωρείται από τις πλέον αξιόλογες μεταφράσεις και που διδάσκεται στις περισσότερες φιλολογικές σχολές ¨.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου