Που εχάθησαν ;
Ασφυκτιών καθ’ημέραν και ανηλεώς σφυροκοπούμενος , υφ’ όλων των
δεινών , άτινα εσωρεύθησαν ένεκεν σοβούσης και υπό των ανικάνων ηγετών
προκληθείσης κρίσεως , ευρίσκω ανακούφισιν ανατρέχων εις τα παρελθόντα .
Που εχάθησαν εκείνοι οι άνθρωποι ,
οι σοβαροί , οι έντιμοι , οι υπεύθυνοι , οι εύθικτοι ; Πως πλεονάζουν σήμερον οι ιδιοτελείς , οι
εγωπαθείς , οι ανενδοιάστως υποκείμενοι εις πάθη αλγεινά , οι ενεργούντες πέραν
της αληθούς των ανθρώπων φύσεως . Τότε είχομεν έλλειψιν χρημάτων , αλλά
περίσσευμα ηθικών προθέσεων . Σήμερον , έχομεν τα πάντα , αλλά οδυρόμεθα , ως
βαρέως αλγούντες . Πάσχομεν , υφ’ ενός
ακαταλήπτου κενού και φόβου οδυνηρού , διαρκούς και αορίστου .
Πως εχάθη ο γείτων ; Πως έσβησε η ζώσα
αληθής φιλία ; Πως ηρημώθη εκ πίστεως και αγάπης η ψυχή μας ; Τα πάντα ήλλαξαν
σήμερον . Που εκείνος ο άρτος , ο υπό των μαγικών χειρών της μητρός μου
ζυμωθείς και οπτός εις φούρνον πυροδοτούμενον δι’ευφλέκτων πρίνων , όστις ευωδίαζε
προκλητικώς ; Εύκλεκτος δε και ευφροσύνως αναλισκόμενος μετά τινας ελαίας και
ολίγον τυρόν . Κυρίως δε αθώος πάσης νοσογόνου προσμείξεως .
Τα αισθήματα ημών , ου ην , αλλά και
αι αισθήσεις ημβλύνθησαν ή επορώθησαν .
Δεν έχομεν γεύσεις
αληθείς , οσμάς ευωδίας , ήχους ευηκόους , αλλά και θεάματα τέρποντα αληθώς την ψυχήν .
Πως
τα εύοσμα άνθη απώλεσαν το άρωμά τους ; Βάρβαροι ήχοι καταδυναστεύουσι την
ακοήν μας . Οικτρά θεάματα αναιρούσι τας άλλοτε λεπτάς επιλογάς μας .
Ματαίως αναζητώμεν ανάλλημα , ίνα
σταθώμεν ορθοί , προ του μαίνοντος και σαρωτικού τοις πάσι θρασυτάτου
κοινωνικού στροβίλου .
Βέβαιον ει , ότι σήμερον έχομεν
πλήρη μεν στόμαχον , αλλά δυσαναπλήρωτον της ψυχής ημών κενόν .
¨ Τα καθημερινά ¨ - Κ.Π. – Λάρισα
2018 .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου