Ο φιλόλογος και συγγραφέας
Νίκος Τριανταφυλλόπουλος , σε ώρες λογοτεχνικής έμπνευσης μας περιγράφει το
τελευταίο όνειρο του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη :
Ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης υιός
του ιερέως Αδαμαντίου Εμμανουήλ διηγηματογράφος και ιεροψάλτης ωνειρεύθη την
νύκτα της 2ας προς 3ην Ιανουαρίου 1911 , εις την Σκιάθον , ότι
ευρίσκετο εις τας Αθήνας και έλαβε σημείωμα του Βλάση Γαβριηλίδη με το οποίο ο
διευθυντής της ¨ Ακροπόλεως ¨ τον καλούσε να περάσει το ταχύτερον από τα
γραφεία της εφημερίδος . Μολονότι εγνώριζε ότι επρόκειτο περί αναθέσεως
εργασίας και μολονότι η οικονομική του κατάσταση παν άλλο ή ανθηρά ήτο ,
εδυσφόρησε ελαφρώς , έκαμε βώλο το σημείωμα και το κατάπιε . Αλλά η κατάστασις
υπήρξε οδυνηρά . Το χαρτί φρακάρισε το στόμα του . Την κρίσιμη εκείνη στιγμή
παρουσιάστηκε ο φίλος , συγγραφέας και γιατρός Παύλος Νιρβάνας , που είπε : ¨
Αλέξανδρε , τόσον καιρό επιμένω να πίνεις το γάλα σου . Εσύ επιμένεις στη νηστεία
. Μπορείς , όμως , να την καταλύσεις , γιατί διανύουμε το ¨ δωδεκαήμερο ¨ .
Σκέφθηκε ο Παπαδιαμάντης ότι ο
Γαβριηλίδης με το κάλεσμά του , ήθελε να τον βάλει εις πειρασμόν . Θυμήθηκε ότι
προ ετών του εζήτησε ασυστόλως να μεταφράσει , Μεγαλοβδομαδιάτικα κιόλας , τα
πρακτικά της διεξαγομένης τότε εν Αγγλία δίκης θηλυπρεπούς και ακολάστου
συγγραφέως ( Όσκαρ Ουάιλντ ) . Είχε μετά βδελυγμίας αρνηθεί , αλλά ένας εκ των
συντακτών της ¨Ακροπόλεως ¨ εύρε την ευκαιρίαν , ως ενόμισε , να του δώσει ακαίρως
και δωρεάν μάθημα φιλοχριστίας ειπών : ¨ Κύριε Αλέξανδρε , δεν κινδυνεύετε να
φανείτε αντίχριστος , όταν αντιμετωπίζετε με τόσην ανεπιείκειαν τας αδυναμίας
των ανθρώπων¨.
Τρομερώς
εξερράγη τότε αυτός και ανταπέδωσεν εντόκως την διδαχήν , του έκοψε δε την
¨Καλημέραν¨ επί ολόκληρον μήνα διά το βλάσφημον ¨ αντίχριστος ¨ .
Θα επήγαινε , λοιπόν , εις
συνάντησιν του Γαβριηλίδη , πλην όμως ¨ κουμπωμένος ¨ .
Όταν έφθασε εις την
¨Ακρόπολιν ¨ , ο Γαβριηλίδης τον υπεδέχθη με πλαστήν αγανάκτησιν :
- Αλέξανδρε , είπε , εχάθηκαν τα μόνιππα ; Ας έπαιρνες ένα αδελφέ ,
κι ας το χρέωνες εις εμέ ! Βουλιάζουμε Αλέξανδρε !
Του ανεκοίνωσε ότι η
εφημερίς είχε κατακλυσθεί από χείμαρρον επιστολών εξ όλης της Ελλάδος και των
ομογενών της αλλοδαπής . Διεμαρτύροντο οι αναγνώσται δια την απουσίαν εορτίου
διηγήματός του , εις το Χριστουγιεννιάτικον και Πρωτοχρονιάτικον φύλλον και
διεμήνυον ότι αν και η έκδοσις των Θεοφανείων στερείται του Παπαδιαμαντικού αφηγήματος
, δεν θα ηγόραζον την εφημερίδα και ας κρατήσει ο κύριος διευθυντής τας
επιστροφάς των φύλλων δια να τυλίγει το προσφάγι του ή να ψήνει ρέγγες !
- Ακούς , Αλέξανδρε , επέφερε με βεβιασμένον πως γέλωτα , ακούς τα
απειλητικά αιτήματα του αναγνωστικού συδικάτου ; Κακήν δημοκρατίαν τους
εδιδάξαμεν φίλτατε αλλά παρέλκει τώρα πάσα συζήτησις περί του αρίστου των
πολιτευμάτων . Λοιπόν , έχομεν τέσσαρας ημέρας έως τα Φώτα , φρόντισε ,
Αλέξανδρε την Παρασκευήν το πρωί , να μου παραδώσεις το διήγημα .
- Μόνον αν επήγαινα στη Σκιάθο , υπέλαβε ο Παπαδιαμάντης, θα
ημπορούσα ισως ,να το γράψω .
- Λοιπόν , τι περιμένεις
εβρυχήθη ο Γαβριηλίδης . Ναυλώνω πλοίον και αποπλέεις εις τρεις ώρας , μόλις
φθάσεις στρώνεσαι στο γράψιμο , ούτε κεφάλι θα σηκώσεις , Αλέξανδρε , ούτε νερό
θα πιεις , ούτε λέξιν θα απευθύνεις εις άλλον και την παραμονήν τηλεγραφείς το
διήγημα .
- Αλλά ενδέχεται λόγω του
καιρού να μη λειτουργεί η τηλεγραφική γραμμή , είπε ο Αλέξανδρος .
- Τότε πλέεις εις Χαλκίδα και τηλεγραφείς εκείθεν και
δεν αναχωρείς εις τρεις ώρας αλλά τώρα αμέσως και λάβε το ήμισυ της αμοιβής ,
είπεν εν εξάψει ο Γαβριηλίδης και του ενεχείρησεν φάκελον.
Ανάρπαστοι κατέβησαν εις
Πειραιά . O Γαβριηλίδης εναύλωσε ταχύπλοον , ο Παπαδιαμάντης επεβιβάσθη και το
σκάφος απέπλευσε . Εκ πείσματος του πλοιάρχου δεν εισήλθον εις τον Ευβοϊκόν ,
του οποίου ο διάπλους είναι καταφανώς ολιγότερον τρικυμιώδης από την θαλασσίαν
οδόν , την διά του Αιγαίου . Ανελπίστως επέρασαν τα επικίνδυνα του Καφηρέως
άνευ ισχυρών κλυδωνισμών , αργότερα όμως ο καιρός άρχισε να χειροτερεύει και
όταν πλέον προσήγγιζαν εις την Σκύρον ήτο ξίδι μοναχό , θάλασσα κιαμέτ ! Ο
καπετάνιος αγκυροβόλησε στις Τρεις Μπούκες , τον ασφελέστερο λιμένα της νήσου
και δήλωσε ότι δεν πρόκειται ¨ να σηκώσει άγκυραν ¨ αν δεν ξανοίξει . Εις μάτην διαμαρτηρήθηκε ο Παπαδιαμάντης ,
λέγων ότι το πλοίον είχε αδρώς ναυλωθεί και ο πλοίαρχος ώφειλε να κάμει
νόμο-τρόπο , ώστε αύριον , το βραδύτερον , να ευρίσκονται εις την Σκιάθον .
Εκείνος αντέτεινεν ότι καμμία ναύλωσις δεν είναι υπερτέρα της σωτηρίας του
σκάφους και ας μη λησμονεί ότι ο ίδιος
έχει περιγράψει εις διήγημά του αβαρίας αναγκαίας προς αποφυγήν καταποντισμού
σκάφους και ψυχών .
Ο Παπαδιαμάντης εκλείσθη εις τον θαλαμίσκον του . Ήτο η τετάρτη
προ της εορτής ημέρα . Εξάπλωσεν εις την κουκέταν του και εσυλλογίζετο ότι , ¨
εάν δεν έπεφτε ο καιρός ¨ εκινδύνευε να μη γράψει το διήγημα και το χειρότερο ,
να χάσει τας ¨ Ώρας των Θεοφανείων ¨ . Αλλά αν ενέδωσε εις την παράλογον
πρότασιν του Γαβριηλίδη , τον έκαμεν επί τη προσδοκία της ¨ Ακολουθίας των Ωρών
¨ εν τη προσφιλεστάτη νήσω . Όχι , δεν θα επέτρεπεν ο Θεός να μη τας συμψάλει
με τον κυρ Αλεξανδρήν , τον ψάλτην του ναού των Τριών Ιεραρχών !
Ήρχισε να αισθάνεται θέρμην
και μικρόν ρίγος τον διεπέρασεν . Εσκεπάσθη καλώς και εσκέπτετο πλέον ότι η
εσπευσμένη αναχώρησις δεν του επέτρεψε να μηνύσει εις τον εξάδελφον Αλέκον να μη λείψει εκείνος καν
από τον Άγιον Ελισαίον . Αλλ’ ενεφανίσθη τότε όμιλος ενοριτών του ναϋδρίου , οι
οποίοι επρόβαλαν την απαίτησιν να επιστρέψει δια να ψάλει αυτός τας ¨ Ώρας ¨ .
Άλλως , ηπείλουν , θα εκκλησιάζοντο αλλού . Τους ενουθέτησε και τους εξόρκισε
να μη εκπειράζωσι Κύριον τον Θεόν των , εις τα θεία δεν χωρούν εκβιασμοί και πως ήτο δυνατόν να ευρεθεί πάλιν εις
Αθήνας άνευ θαύματος ; Απεδείχθησαν , όμως , ¨ αγύριστα κεφάλια ¨ και εκείνος ,
δια να μη κολασθώσι ανέβη εις το κατάστρωμα και ερρίφθη εις την θάλασσαν .
Συντόνως , κολυμβών έφθασεν αισίως εις Πειραιά και εκείθεν ανήλθε διάβροχος εις
Αθήνας και εισελθών εις τον θαλπωρόν ναΐσκον , καθ’ην στιγμήν ο εξάδελφός του
ητοιμάζετο να ψάλει το εξαίσιον και αθάνατον ¨Δοξαστικόν¨ της
¨ Ενάτης Ώρας
¨ . Θεωρών , όμως , άνευ εκπλήξεως εισερχόμενον τον καταστάζοντα Παπαδιαμάντη
του λέγει φυσικότατα : ¨ Αλέξανδρε , ιδικόν σου το ¨Δοξαστικόν¨ !
Ησθάνθη φρικίασιν ευφροσύνης
και εξύπνησε και εννόησε , ότι δεν θα προλάβει τας ¨ Ώρας ¨ των Φώτων . Η
αδελφή του Κυρατσούλα , που είχε την έγνοια του , τον ηρώτησε , εν συνοχή
καρδίας : ¨ Τι θέλεις , Αλέξανδρε ; ¨.
Αφυπνίσθησαν σχεδόν έντρομοι και αι άλλαι , όπου ελαγοκοιμώντο εις την
διπλανήν κάμαριν .
Ησυχάσατε ! είπε πραέως , ¨ θα
ψάλω το Δοξαστικόν ¨
Είτα με τρέμουσαν φωνήν , ως
πτηνόν αποδημητικόν απερχόμενον εις θερμοτέρους ουρανούς , εμινύρισε το
πανηγυρικό άσμα : ¨ Την χείρα σου την αψαμένην την ακήρατον κορυφήν του
Δεσπότου ... έπαρον υπέρ ημών προς αυτόν Βαπτιστά ¨ . Και βλέπων ότι ο μέγιστος
εν γεννητοίς γυναικών τον επισκίαζεν ήδη δια των χειρών και των πτερύγων των ,
έκλινε προς την πλευράν της καρδίας και απέστη .
Βασίλειος Παλαμηδάς – Βόλος
29/12/2015 .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου