Καθένας κρύβει ένα ταλέντο
μέσα του . Αν το ανακαλύψει στην ώρα του και το συνταιριάξει στη ρότα της ζωής
του , με το επάγγελμά του , σώθηκε .
Ο Στέλιος δε στοχάζεται στους
τυχερούς . ΄Εχει το χάρισμα να λέει παραμύθια . Διηγείται πολύ ζωντανά
φανταστικά περιστατικά ή παραφουσκώνει πραγματικά μικροεπεισόδια . Το επάγγελμά
του ; Ναυτικός παλιότερα , ψαράς τώρα . Σαν ναυτικός σε ποστάλια , φορτηγά ,
ψαράδικα , δεν είχε βγει απ’τη Μεσόγειο και δεν είχε ξεπεράσει το βαθμό του
μούτσου . Φόρμα , μπότες και μπουγέλο . Το κλίμα της λαμαρίνας δεν σήκωνε
πολυλογίες και παραμύθια . Σαν μοναχικός ψαράς τώρα δεν έχει πλήρωμα στη βάρκα
του να εκτονωθεί .
Μοναδικός χώρος για
ν’αποδείξει ο Στέλιος το ταλέντο του είναι ο καφενές της παραλίας , του
μπάρμπα-Λουκά . Οι ¨ παραστάσεις ¨ δίνονται τις βροχερές χειμωνιάτικες βραδιές
. Τότε παστώνονται όλοι εδώ για να ζεσταθούν . Ακροατές του στο ξύλινο τραπέζι
στο βάθος του μαγαζιού μπαξεβάνηδες , ξυλουργοί , μπογιατζήδες , χασομέρηδες .
Ποτέ ναυτικοί . Αυτοί προτιμούν τα τραπέζια φάτσα στη τζαμαρία , για
ν’αγναντεύουν το λιμάνι ή για να μην ακούν τις τερατολογίες του Στέλιου .
Ταλαιπωρεί τη Γεωγραφία , τη Μετεωρολογία
, τη Ναυτική , τη Ψαρική . Η κάπνα των τσιγάρων , ο ήχος των ζαριών που
κατρακυλούν στο τάβλι , ο κρότος απ’τα πούλια στο ¨ πλακωτό ¨
και στις ¨
πόρτες ¨ , τα χαχανητά των παικτών που πετυχαίνουν ¨ ξερή ¨ , οι φωναχτές
παραγγελιές στο γιο του μαγαζάτορα για ¨ βαρύ γλυκό ¨και η ψεύτική υπόσχεση ¨
αμέσως έφτασε ! ¨ , ανακατεύονται με τις φωνές των πελατών που δημιουργούν μια
πολυφωνική χορωδία που σε ξαφνιάζει όταν πρωτομπαίνεις . Σιγά – σιγά τ’αυτιά
εναρμονίζονται σ’αυτή τη μουσική , γιατί γίνεσαι ο ίδιος μέλος της χορωδίας .
Συνυπεύθυνος .
Στο τραπέζι στο βάθος είναι
κάπως πιο ήσυχο . Εδώ , το μόνο που σταματά την κουβέντα είναι η δοξολογία του
μπάρμπα-Λουκά . Όταν φουσκώνει ο καφές και ξεχειλίζει απ’ το μεγάλο μπρίκι
πολλοί Άγιοι περνούν από το στόμα του . Φροντίζει όμως , οι Άγιοι , νάναι
ξενικοί . Τον έχει συμβουλέψει η γυναίκα του , μια και δεν μπορεί να κόψει τη
συνήθειά του , να μην ανακατεύει τους ντόπιους . Οι πελάτες των κοντινών
τραπεζιών ακούν τη λιτανεία στο καμαράκι της κουζίνας και χαιρέκακα , το
διασκεδάζουν .
Πάλι του χύθηκε ο καφές του
Λουκά !
Εδώ , λοιπόν , στο βάθος της
σάλας . Να το βασίλειο του παραμυθά μας ! Στην αρχή κάνει τον αδιάφορο . Ανάβει
τσιγάρο , ρουφά μια γουλιά καφέ και περιμένει . Όλο και κάποιος στην παρέα θα
τον τσυγκλίσει :
Πόσα μποφόρια νάχει σήμερα στη
κεντρική Μεσόγειο ; Πόσο ψηλά , λες , νάναι τα κύματα ;
Αυτό
αρκεί να σου ιστορίσει μια περιπέτεια , που είχαν όταν ταξίδευαν στον Ειρηνικό
. Από Φιλιππίνες στη Ιαπωνία . Κυκλώνας με δεκατέσσερα μποφώρια και κύματα
είκοσι μέτρα ύψος . Πως σώθηκαν ήταν θαύμα . Αν δεν συμβούλευα ο ίδιος τον
καπετάνιο ν’αλλάξει πορεία θάταν όλοι τους μακαρίτες !
Στις ιστορίες της Βαλτικής
πρωταγωνιστούν οι πάγοι και οι χαμηλές θερμοκρασίες . Το καράβι τους , έμεινε
κοκαλιασμένο στους πάγους είκοσι μέρες . Χωρίς μηχανή , χωρίς ρεύμα , χωρίς
τρόφιμα , με θερμοκρασία μείον πενήντα . Αν δεν έκανε ο ίδιος σινιάλο με τον
προβολέα μπαταρίας στο Νορβηγέζικο παγοθραυστικό θάταν ακόμα εκεί . Αυτό τους
γλίτωσε .
Ταξιδεύοντας από Σιγκαπούρη
στην Ιάβα , λίγο πριν μπουν στον κόλπο της Τζαμάϊκας , τους επιτέθηκαν πειρατές
με μαχαίρια , που προσπαθούσαν να σκαρφαλώσουν στο καράβι . Τους πήρε μυρωδιά
και τους πέταξε όλους στη θάλασσα με το καυτό νερό της μάνικας που χειριζόταν ο
ίδιος κι ένας βοηθός του Σκυριανός . Ξεχνούσε το επώνυμό του . Το μικρό του
Νικόλας .
Στη Μάγχη , χειμώνα καιρό ,
μέσα στην ομίχλη , όταν αρρώστησε ο καπετάνιος , άρπαξε το τιμόνι απ’το
γραμματικό , ένα παιδαρέλι που έτρεμε απ’το φόβο του , και πρόλαβε την
τελευταία στιγμή το τρακάρισμα μ’ένα Ρούσικο !
Στη Βεγγάζη, όταν δούλευε στο
ψαράδικο , αυτός ορμήνεψε τον ψαροκαπετάνιο σε ποια ξέρα να καλάρει . Είχε δει
το παίξιμο της παπαλίνας , τα ρέματα , είχε μετρήσει τη θερμοκρασία της
θάλασσας και πονηρεύθηκε που βοσκούσαν τα φαγγριά . Το τι τράβηξαν να σηκώσουν
το σάκο , άστο ! Στο ίδιο μέρος , μετά μια βδομάδα , όταν βράκωσε η άγκυρα , βούτηξε
σε τριάντα οργιές νερό , να την ξεσκαλώσει .
Ξενέρισε σχεδόν αναίσθητος .
Ανάλογα ανδραγαθήματα είχε
κάνει ο Στέλιος κι όταν υπηρετούσε στο Ναυτικό . Ο Ναύαρχος του είχε δώσει
βραβείο που κανένας ποτέ δεν είδε γιατί το είχε ακόμα στον κορνιζά , στο Βόλο .
Οι αισθηματικές του ιστορίες
έχουν επίκεντρο τα μεγάλα αμαρτωλά λιμάνια . Τελευταία περιορίστηκαν σε δύο .
Στη Μασσαλία και στο Ρίο Ντε Τζανέϊρο . Οι τελευταίες του περιπέτειες στο
Καράκας της Αργεντινής και στο Πουέρτο Ρίκο της Κούβας συγκέντρωσαν περισσότερα
κρυφοχαμόγελα , παρά θαυμασμό . Δεν μπορεί να εξηγήσει το γιατί .
Στη Μασσαλία , λοιπόν , στο
κέντρο που διασκέδαζαν τη νύκτα , τον ερωτεύθηκε η ωραιότερη χορεύτρια του
μπαλέτου , η Τερέζα . Τον ακολούθησε στην καμπίνα του , στο καράβι . Το πρωί ,
όμως , βρέθηκε κυκλωμένος από μπράβους με πιστόλια. Του την πήραν παρά τις
αντιρρήσεις της !
Στο Ρίο συνέπεσε να φορτώνουν
καφέ , όταν ήταν στο φόρτε το καρναβάλι
. Μια βδομάδα χόρευαν , πίναν και οργίαζαν με τις θεότρελες Βραζιλιάνες . Όχι
μόνο ο Στέλιος . Όλο το πλήρωμα . Μια πανύψηλη δεκαοχτάρα τσιμπήθηκε μαζί του .
Τον ικέτευσε να την πάρει στην Ελλάδα . Το Λιμεναρχείο του χάλασε τη δουλειά !
Όταν αρχίζει την ψαροκουβέντα οι
διπλανοί του, παραμερίζουν τις καρέκλες τους δεξιά-αριστερά , για να μην
εμποδίζουν τα χέρια του καθώς τ’απλώνει για να δείξει τις διαστάσεις των ψαριών
που έπιασε όταν , παλιότερα , είχε ξεμπαρκάρει .
Οι αφηγήσεις του Στέλιου συνοδεύονται
από σωστές χειρονομίες , γκριμάτσες , ανεβοκατεβάσματα της τραγανής φωνής του .
Τις κάνει ολοζώντανες . Σίγουρα κάποιος παππούς του θάταν θεατρίνος .
Τι κρίμα να μην έχει το χωριό ένα
παιδικό θέατρο ! Ο Στέλιος θάβρισκε δουλειά σαν παραμυθάς . Θα συνταίριαζε το
ταλέντο του με το θεατριλίκι .
Τώρα παιδεύεται με τα παραγάδια
.
Μ . Γ. – Βόλος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου